Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2010

Ιστορία: Κέντρα Εναλλακτικής Κουλτούρας το 1980






































Κέντρα Εναλλακτικής Κουλτούρας 1
(Δημοσιεύθηκε σε 3 μέρη στα τεύχη 1-3
της undergound επιθεώρησης "Ανοιχτή Πόλη" την
περίοδο 1980-1981.Το κείμενο συνέθεσε ο Βλάσης Ρασσιάς 
για λογαριασμό της εκδοτικής κολεκτίβας του περιοδικού
http://www.rassias.gr/8017.html


(Μερικές σημειώσεις) 

Μέρος 1ο 
Ο μαρασμός της κοινωνίας είναι ο μαρασμός και μόνο της θεσμικής της υποδομής. Το κίνημα της Αντικουλτούρας αναπτύσσει κοινωνικά πειράματα αντι-θεσμούς για επαναζωογόνηση της κοινωνικής ανταλλαγής και λειτουργίας. Το περιεχόμενο αυτής της «νέας κοινωνίας» που απαγγέλλεται, δεν μπορεί να προειπωθεί ή να προκαθορισθεί. Η μορφή της, που αναντίρρητα θα είναι ετερογενής, αποκεντρωτική και βασισμένη στην αλληλο-αρωγή, βασίζεται σε μία πολλαπλότητα από διαπροσωπικές σχέσεις, που έπρεπε να καλλιεργηθούν, να επιδοκιμασθούν και να προωθηθούν. 
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ένας αριθμός ανθρώπων μέσα στα κίνημα της Αντικουλτούρας επεξεργάσθηκε συστηματικά διαδικασίες παραλλήλων ιδρυμάτων και εναλλαχτικών κοινοτήτων. Ιδιαίτερα στη ζωή ποικιλώνυμων γκέττος, η δημιουργία βιώσιμων εναλλακτικών ιδρυμάτων, θα χρησίμευε σαν πυρήνας ριζοσπαστικοποίησης. Έπρεπε ο κόσμος να εγκαταλείψει τις κατεστημένες δομές και να εκδηλώσει ανοιχτά την περιφρόνησή του για τις τωρινές μορφές κοινωνικής οργάνωσης. 
Όλες οι παραπάνω σκέψεις είχαν σαν αποτέλεσμα την “Συνέλευση των Μη Εκροσωπουμένων” που συμβόλιζε μία εναλλακτική δομή της αστικής κοινωνίας. Ωστόσο η ίδια η φύση αυτών των αντι-ιδρυμάτων δούλευε περισσότερο συμβολικά και στην καλύτερη περίπτωση είχαν πολιτική χρησιμότητα στο βαθμό που όξυναν τις συνειδήσεις. Οι πιο πολλές από τις προσπάθειες αυτές έγιναν με τρόπο απατηλό (κοινότητες αγάπης) γιατί ο φαινομενικός τους σκοπός (μια αληθινά εναλλακτική λύση) είχε μικρή μόνο σχέση με τον πραγματικό τους χαρακτήρα (μια διαμαρτυρία συμβολική). 
Σε λίγο, ένα καινούργιο είδος παράλληλων ιδρυμάτων αναπτύχθηκε με συγκεκριμένους όμως πολιτικούς αντικειμενικούς σκοπούς. “Οκτώ πρόσωπα ενώθηκαν μαζί για να φτιάξουν ένα κοινόβιο. Αυτή η ενέργεια ήταν το αποτέλεσμα μίας μεγάλης συζήτητσης κι έφθασαν στην κοινή κατάληξη πως δεν θα μπορούσαν να εξακολουθήσουν να ονομάζονται επαναστάτες όσο η προσωπική ύπαρξή τους αντανακλούσε τις ίδιες αστικές αξίες ενάντια στις οποίες αγωνίζονταν και που καταντούσαν τόσο αφόρητη την καθημερινή ζωή γράφει ο Fritz Teufel για το «Κοινόβιο 1» της οδού Στέφενστράσσε 60 του Βερολίνου, στο «Αντικουλτούρα» (Λονδίνο 1969). 

Μια από τις κεντρικές απόψεις αυτής της τάσης ήταν η ανάγκη για θεμελίωση μιάς καινούργιας ιστορίας που μπορούσε να υλοποιηθεί μόνο με μια διαδικασία, όπου κάθε δουλειά έπρεπε να βγαίνει συλλογική, εξαφανίζοντας κάθε ατομικίστικη προσπάθεια προβολής ή υπεροχής. Πάνω στη συλλογικότητα της δράσης τους οι συμβιωτικοί στο «Κοινόβιο 1» μοίραζαν τα αγαθά, την ιδιοκτησία και τα λεφτά σε μία μικροοικονομία τελείως συλλογική. Η εξέγερση ενάντια στην κατανάλωση είχε αρχίσει ήδη από το ’67. Ανάμεσα στα δωμάτια δεν υπήρχαν πόρτες ενώ οι χώροι (εντοιχισμένα ντουλάπια κ.λπ) ήταν κοινά. «είμαστε όλοι μαζί, κοιμόμαστε όλοι μαζί, δεν πρέπει πια ν’αφήσουμε ατομικίστικα κατάλοιπα, το μόνο που πρέπει να υπάρχει είναι η συλλογικότητα. Κανένας δεν έχει κάτι δικό του. Όλα ανήκουν σε ΟΛΟΥΣ». 
Ο Hans Jurgen Krahl, διανοούμενος και μέλος της SDS λέει στα 1969: «έχουμε αναγνωρίσει και δεί, ότι για να αγωνίζεται κάποιος ενάντια σ’ αυτό το κοινωνικό σύστημα, είναι αναγκαίο ν’ αναπτύξει, τις πρώτες εμβρυακές μορφές της μελλοντικής κοινωνίας ήδη μέσα στην ίδια την κίνηση του πολιτικού του αγώνα». 
Αργότερα το ρεύμα διαφοροποιήθκε. Οι αντι-θεσμοί τώρα ήταν αποτέλεσμα περισσότερο εκπλήρωσης των αναγκών του κινήματος, παρά πολιτικοκοινωνικής αντιπαράθεσης. Για παράδειγμα μια ομάδα θέλει μια πολιτική εφημερίδα η οποία να παρέχει στοιχεία και αναλύσεις που δεν βγαίνουν στα τωρινά μέσα επικοινωνίας. Εφημερίδα «παράλληλη»,  αντεργκράουντ. Πρέπει να βλέπουμε τον «υπόγειο» Τύπο πάντα μέσα σ’ ένα οργανωτικό πλαίσιο. Οι έξω από το κίνημα μπορούν να ενθουσιασθούν απ’ αυτόν. Μία «Ομάδα Επικαίρων» μπορεί επίσης να είναι ένα παράδειγμα αντι-ιδρύματος απέναντι στα Mαζικά Μέσα. Ριζοσπάστες κινηματογραφιστές σε ντοκυμανταίρ, κάνουν ταινίες, χρησιμοποιώντας τες ως άμεσο προπαγανδιστικό υλικό για το κίνημα. «Τραβώντας» ντοκυμανταίρ σε μία εκδήλωση, κάνουν την δουλειά τους «από τα μέσα», ως συμμετέχοντες. Δεν αλλιώνουν την φύση των γεγονότων, με το άσχετο ή εχθρικά διακείμενο μάτι τού έξω παρατηρητή. Συμμετοχή, καταγραφή και συναίσθηση. 


Ο αντι-θεσμός έχει πολλές φορές λειτουργία εξυπηρέτησης. Για τους ανθρώπους που ΑΝΑΓΚΑΖΟΝΤΑΙ να δουλέψουν -ίσως για να εξασφαλίσουν την κάλυψη οικονομικών υποχρεώσεων- ή για όσους είναι ΑΦΟΣΙΩΜΕΝΟΙ σ’ ένα επάγγελμα που κάνουν, πρέπει να βρεθούν εναλλακτικές λύσεις, με εργασίες, τρόπους ζωής καθημερινά, τρόπους ανατροφής παιδιών, αποκλειστικά ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΥΣ. Χρειάζονται αντι-τύποι διασκέδασης και απόλαυσης και επικοινωνίας για να αντικαταστήσουμε τον εθισμό στην κατανάλωση, την παθητικότητα της προκατασκευασμένης διασκέδασης, την έντεχνη υποβολή και τα χονδρά ψέμματα των μαζικών μέσων επικοινωνίας.  
Ο ιδρυτής των «Άσπρων Πανθήρων» John Sinclair είχε γράψει το 1968 τα εξής: «Το δικό μας πρόγραμμα είναι μία διανοητική επανάσταση που θα δράσει δια μέσου μίας ολοκληρωτικής προσβολής της κυρίαρχης κουλτούρας, που θα κάνει χρήση κάθε μέσου και εργαλείου, κάθε ενέργειας και κάθε μεθόδου μαζικής προβολής που θα μπορούσε να αποκτηθεί από τις κοινότητές μας... Η δική μας κουλτούρα, η δική μας τέχνη, η μουσική και οι εφημερίδες μας, τα βιβλία, οι αφίσες και τα ρούχα μας, τα σπίτια μας, ο τρόπος που βαδίζουμε και μιλάμε... όλα συγκροτούν ένα μήνυμα. Και το μήνυμα αυτό είναι ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ».  

αι, ίσως δεν είναι καθόλου ξεπερασμένη η προσπάθεια θεμελίωσης μιας «νέας ιστορίας» ή μάλλον η επαναθεμελίωση μιας ιστορικής νεότητας… 
Αν αγαπάμε τα παιδιά και κάθε άλλο πράγμα που μεγαλώνει…


Μέρος 2ο 
 Η ίδρυση τοπικών κέντρων δραστηριότητας στις γειτονιές μπορεί να βοηθήσει στην επικοινωνία ανθρώπων που με άλλες προϋποθέσεις θα ήσαν μεταξύ τους ξένοι. Αν κάποιος κάνει μια δουλειά που τη μισεί ή που την ανέχεται μόνον για να τα βγάλει πέρα μέρα με τη μέρα, θα θελήσει οπωσδήποτε να βρεθεί μαζί με μερικούς άλλους ανθρώπους, μιλώντας για τη ζωή του, τα ενδιαφέροντά του, την πολιτική, το ο,τιδήποτε. Μπορεί να ιδρυθούν τοπικά Κέντρα που να απευθύνονται με τρόπο χαλαρό, σε μια συνοικία και στους ανθρώπους τους. Το σταδιακό πλάτεμα της «παρέας» του αρχικού ιδρυτικού σχήματος θα βοηθήσει με παράλληλη εκμετάλλευση κοινωνικών σχέσεων που πρυϋπάρχουν, σε πραγματοποίηση μιας σταθερής πολιτιστικής και κοινωνικοπολιτικής δραστηριότητας. Ο κίνδυνος για τέτοιες «κινήσεις» είναι βεβαίως μήπως χρησιμοποιηθεί η πολιτική τους δραστηριότητα για να δοθεί διέξοδος σε προσωπικές εντάσεις ή μήπως εκφυλισθούν σταδιακά σε τοπικές παρέες που θα τελειώνουν σε καφεδάκι και κουτσομπολιό. Παρ’ όλα αυτά όμως είναι γεγονός ότι όταν γίνει συνειδητή προσπάθεια κινητοποίησης ατόμων για μια συγκεριμένη και καθαρή υπόθεση, τότε μια πρώην παρέα μπορεί να προωθήσει την πραγμάτωση μίας βιώσιμης και σταθερής κοινωνικοπολιτιστικής ομάδας.  

   

Σε κάθε πόλη μπορούν να συνυπάρχουν άφθονα Κέντρα για διάφορες ξέχωρες ανάμεσά τους υποθέσεις, όπως λ.χ. εργασίες γύρω από ένα κοινό επιστημονικό επάγγελμα, επάνω στην παρέμβαση σε μία συγκεκριμένη γειτονιά, σε ένα κοινό ενδιαφέρον ή τρόπο ζωής, μια κοινή αλληλογνωριμία ή την επιθυμία συνεργασίας σε κάποιο κοινό έργο. Η ουσία είναι η ίδια. Μια τυχαία ομάδα που τα μέλη της ζητάνε να αποστασιοποιηθούν. 

Ένα Κέντρο Δραστηριότητας μπορεί να αποτελείται από μια θεατρική ομάδα και ταυτόχρονα από ένα κοινόβιο που μοιράζεται μαζί τους τη στέγη, ή ταυτόχρονα και από μερικούς ανθρώπους που θέλουν λ.χ. να εκδώσουν μια εφημερίδα του «παράλληλου» Τύπου. Κάποιος που συμμετέχει, πρέπει πάντοτε να μπορεί να ανήκει σε περισσότερα από ένα Κέντρα, εάν αυτό είναι απαραίτητο, και τα επί μέρους Κέντρα πρέπει να είναι σε στέρεα και στενή επικοινωνία, τουλάχιστον στο εξής επίπεδο: «Τώρα κάνουμε αυτό, τώρα ασχολούμαστε με εκείνο, συζητάμε τούτο το πρόβλημα ή φτιάχνουμε την τάδε συζήτηση». Ο κόσμος πρέπει να είναι απόλυτα ελεύθερος στο να κυκλοφορεί από ομάδα σε ομάδα, από Κέντρο σε Κέντρο, ανάλογα με το πού γίνεται κάτι στο οποίο θα θέλει να πάρει μέρος. Τα μόνο καθήκοντα των μελών τους πρέπει να είναι όσα επιδιώκουν την επιβίωση, την εξυπηρέτηση ή την ανάπτυξη της Κίνησης. Από την μεριά τους πάλι, τα Κέντρα θα δώσουν βάρος στις συγκεκριμένες λειτουργίες που χαρακτηρίζουν το κάθε ένα από αυτά και στην πορεία του το κάθε Κέντρο θα προσδιορίζει το βάρος της δραστηριότητάς του, στο μέτρο που εξυπηρετεί τις θελήσεις, τις ανάγκες, τις προσδοκίες και τις εμπειρίες των μελών του και, τέλος, στο μέτρο που απαιτεί κάθε φορά η πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική κατάσταση. 
Η Κίνηση μπορεί να αντιμετωπίζει πρόβλημα στέγης. Αυτό λύνεται με συστέγαση ή με κάποιο φθηνό ενοίκιο. Διαλέγοντας το πρώτο, μπορεί να φτιαχθεί ένα τοπικό Κέντρο δραστηριότητας, εδρεύοντας στο σπίτι ή στο διαμέρισμα άλλων, «φίλων» προς την κίνηση λ.χ. στο διαμέρισμα ενός κοινοβίου ή στα γραφεία μιας εκδοτικής συνεργατικής ομάδας. Στην δεύτερη απόφαση, οι άνθρωποι του Κέντρου πρέπει να εξασφαλίζουν ένα παλιό αλλά γερό οίκημα, πληρώνοντας ένα προσιτό ενοίκιο. Σε άλλα κράτη, μέλη των Κέντρων έχουν επιχειρήσει ακόμη και… καταλήψεις, πιάνοντας αδειανά σπίτια, διαμερίσματα, χώρους κάθε είδους και εγκαθιστώντας την έδρα του Κέντρου τους εκεί.  

Στην Ζυρίχη το 1980, όταν μερικές εκατοντάδες νέων ανθρώπων πιάσανε ένα αδειανό εργοστάσιο για να το μετατρέψουν σε «Κέντρο Εναλλακτικής Κουλτούρας», επενέβη η αστυνομία. Οι νέοι είχαν ζητήσει χρήματα από το υπουργείο για να τους ενισχύσει στο να φτιάξουν ένα τέτοιο «Κέντρο Εναλλακτικής Κουλτούρας» και την ίδια στιγμή που σπαταλιόνταν εκατομμύρια για να εξωραϊσθεί ένα κτίριο όπου σύχναζαν μονάχα μία χούφτα γεροακαδημαϊκοί, εκείνο τους αρνήθηκε την παραμικρή επιχορήγηση. Αποτέλεσμα ήταν μετά από μια νυκτερινή πορεία-στρήκινγκ μέσα στην πόλη και ταραχές, να δημιουργηθεί μια μαζική Κίνηση που να καθοδηγείται από άμεσες τακτικές συνελεύσεις χιλιάδων ανθρώπων και με παράλληλο άπλωμά της με δεκάδες (έστω και φαινομενικά άστεγα) Κέντρα Τοπικής Δραστηριότητας.  
Τα Τοπικά Κέντρα Δραστηριότητας μπορούν να δουλεύουν πάνω σε ένα σωρό ιδέες και πράγματα, όπως λ.χ. πρωτοποριακές θεατρικές σκηνές, πολιτιστικές λέσχες με ζωντανή μουσική rock, jazz, blues, εκθέσεις, συζητήσεις για προβήματα νεολαίας, σεξ, τέχνη, βραδιές ποίησης και λογοτεχνίας, εκδοτικές ομάδες με εφημερίδες βιβλία και περιοδικά του «παράλληλου» Τύπου, διαλέξεις, ζωγραφική, ελεύθερο πανεπιστήμιο, κέντρα πληροφόρησης, βιβλιοπωλεία, διοργάνωση «συμβάντων», κέντρα φιλοξενίας και πρώτων βοηθειών, κέντρα αντι-πληροφόρησης με ελεύθερο ραδιόφωνο, ποικιλότροπη επέμβαση πάνω στην καθημερινή ζωή. Τα Κέντρα είναι από κάθε άποψη μια από τις τελευταίες ευκαιρίες του σύγχρονου ανθρώπου να αντισταθεί στην τυποποιημένη συμπεριφορά να δράσει αυτόνομα, να δημιουργήσει, να παίξει και σε τελευταία ανάλυση να κοντράρει όσο γίνεται περισσότερο, την έντεχνη προσπάθεια του θεάματος και του εμπορεύματος για την σταδιακή μετατροπή του σε ένα μαστοφόρο φυτό, αποβλακωμένο, αλλοτριωμένο και αδιάφορο. 


Μέρος 3ο  
Βασικές σημειώσεις πάνω στον τρόπο Οργάνωσης 
«Το πρόβλημα που έχουν οι πιο πολλοί από εκείνους που δουλεύουν σε δομημένες αντι-ιεραρχικές κινήσεις, είναι το πώς θ’ απελευθερωθούν από τον ανταγωνισμό, την στείρα πολιτικολογία και τους τραυματισμένους εγωϊσμούς. Το να μαθαίνεις το πώς να δουλεύεις σε επίπεδο συλλογικό, είναι δύσκολο για τον καθένα από την αρχή, γιατί στην ουσία υπάρχει η μεγάλη δυσκολία να υπερπηδηχτεί το εμπόδιο των καθιερωμένων σχέσεων του αφεντικού και σκλάβου, δεσπότη και υπηκόου. Ο κρατικός μηχανισμός προπαγάνδας μας φοβίζει (με την τηλεόραση, εφημερίδες, σχολείο, εκκλησία κ.λπ.) με το να μας υποβάλλει την πεποίθηση, πως τάχα η θέση μας απέναντι στη ζωή και πρέπει υποχρεωτικά να είναι η δουλική και η αφεντάδικη και πως ο μοναδικός τρόπος για να ξεχωρίσεις και να πάρεις κύρος μέσα στο περιβάλλον σου είναι ο ανταγωνισμός με τους άλλους…» (Arthur Miller, «Μερικές σκέψεις πάνω στην Οργάνωση», περιοδικό Bayou La Rose, νο 4, Νέα Ορλεάνη 1979). 
Ο καλύτερος βασικός πυρήνας οργάνωσης είναι το σχήμα του affinity group ή της λεγόμενης «ομάδας συγγένειας», γνήσιου συγγενούς του ισπανικού «γκρουπέ ντ’ αφινιδάδ», βασικά μία ένωση αλληλοβοήθειας, εργασίας από κοινού και συνδυασμένης δραστηριότητας. Το affinity group συνήθως είναι μία προχωρημένη συμμετοχική ομάδα από διανοητικά και ιδεολογικά συγγενή άτομα, με λίγο πολύ όμοιο τρόπο ζωής και, σε προέκταση, μία ομάδα φίλων ενωμένων με δεσμούς αλληλοεκτίμησης και αλληλελεγγύης. Το affinity group δοκιμασμένο, και συγκεκριμένα από τους βρεταννόφωνους κυρίως ακτιβιστές, λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, που στους Γάλλους λειτουργούν οι Action Committees ή στους γερμανούς οι Κομμούνες ή με το ένα ή άλλο όνομα σε κάποιους άλλους, στην ουσία όμως πρόκειται για το ίδιο περίπου πράγμα. Το αποτέλεσμα συνασπισμού μερικών ανθρώπων που αισθάνονται την ανάγκη της συλλογικότητας, έχοντας συμφωνήσει προηγουμένως πάνω στις μεθόδους δραστηριοποίησής τους. Είναι η εναλλακτική λύση στην τωρινή δόμιση της κοινωνίας και συνεπώς προηγείται ως εναλλακτική μέθοδος οργάνωσης. Στην ουσία αυτό που λέμε επανάσταση, δεν είναι παρά η μετατροπή, η ουσιαστική αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων. Το affinity group είναι ένα σχήμα επαναστατικό. Επιζητά την μετατροπή του εαυτού του σε υποκείμενο και όχι αντικείμενο της Ιστορίας. Ο άνθρωπος της μάζας συνήθως δεν φτιάνει, ούτε καν επιρρεάζει την Ιστορία. Απλώς την υφίσταται. Το affinity group αντιτίθεται στην λογική του μαζικού ατόμου. Επικοινωνεί όχι με τη μάζα, αλλά με τα άλλα affinity groups «...και αν δεν υπάρχουν άλλα, τότε πρέπει να μιλάει με τον εαυτό του μέχρι αυτά να δημιουργηθούν» ή ακόμα και με ενεργά άτομα προκειμένου να ενθαρρυνθεί η αυτο-οργάνωση. Το affinity group επιδιώκει να επιταχύνει την αποσύνθεση αυτού που λέμε μάζα. Είναι η αντι-μάζα. 
Από το affinity group, που ως σχήμα είναι δυνατόν να λεχθεί και ομάδα από κοινού εργασίας, βγαίνει το στενότερο σχήμα του «Κλάδου Απασχόλησης» (Job Branch) με μία ομάδα που μπορεί να είναι εκδοτική συνεργατική, οικοδομική ομάδα, θεατρικό γκρουπ, οικοτεχνία παραγωγής τροφίμων, ενδυμάτων κ.λπ. Ο «Κλάδος Απασχόλησης» είναι μία εξαίρεση στον κύκλο του affinity group, καθώς διεισδύει μέσα στην υπόλοιπη κοινωνία, ερχόμενος σε επαφή με άλλους εργαζομένους και φτιάχνοντας χαλαρές εργασιακές, κοινωνικές, πολιτικές σχέσεις. 

Πιο στενή είναι η έννοια του «Κυττάρου» ή «Πυρήνα». Ο «Πυρήνας» έχει συνήθως την ευθύνη για την εκλήρωση των στοιχειωδών ζωτικών αναγκών της καθολικής ομάδας που λειτουργεί μέσα στην Κίνηση π.χ. «Τροφοδοτικός Πυρήνας» που μαζεύει την καθημερινή τροφή, «Πυρήνας Παιδικής Μέριμνας» ή ένας «Πυρήνας Μεταφραστών». Μέσα στους «Πυρήνες» κινούνται τέλος, τα άτομα ως μονάδες αυτόνομες, το κεθένα με την δική του «τροχιά», αλλά όλα μαζί δεμένα πάνω στην κοινή πεποίθηση της ανάγκης για την επιβίωση της Κίνησης. Η μη εξουσιαστική δόμιση της Κίνησης βοηθάει στην πλήρη εξαφάνιση και απόρριψη των σχέσεων κυριαρχίας - υποταγής, διατάζοντος - εκτελούντος, ενώ ο ανταγωνισμός αντιμετωπίζεται με την αμοιβαία αλληλοεκτίμηση και σε συνεχή αλληλεγγύη μεταξύ των αυθόρμητων ανθρώπινων μονάδων, που δουλεύουν μέσα σ’ αυτήν. Οι διαφορές με τους εξουσιαστές και εξουσιαζομένους της μάζας, συσσωρεύονται σε μία και μόνη διαφορά που εμπεριέχει όλες τις άλλες: Οι άνθρωποι που αποδέχονται την δεσποτεία όσων τους κυβερνούν, απλώς εξακολουθούν να σφάλλουν πιστεύοντας στην αρχή της δύναμης και της ιεραρχίας.  

Κέντρα εκπομπής της «Άλλης» Πληροφορίας 
«Ν’ αρνείσαι το οργανωτικό σχήμα που κληρονόμησες από το παρελθόν, δεν θέλει να πει εξαφάνιση της οργάνωσης. Το βγάλσιμο από την περιθωριακότητα, όπου δεν μπορεί κανένας να παραμένει επ’ άπειρο χωρίς να εξαφανισθούν οι χειραφετικές στιγμές -δηλαδή να φτιάχνονται πριν της ώρας τους οι νέες κονωνικές δομές- τούτο είναι το δίλημμα: να καταργείς το μονοδιάστατο ενώ κρατάς και μία παρουσία που δεν είναι ελαστική. Να κόβεις για να δημιουργήσεις ένα άλλο σύνολο ξαναγεμίζοντας τούτο το ρήγμα συνεχώς, για να πατάς μέσα σ’ αυτή την κοινωνία. Να είσαι διαφορετικός χωρίς να πας να ζήσεις στα βουνά…» («Το Μεγάλο Παζάρι»). 
Το να είσαι επαναστάτης, δεν σημαίνει να κάνεις κάποια «επανάσταση», όσο το να κάνεις κι άλλους ανθρώπους ν’ ασπαστούν τις απόψεις σου. Το σύστημα γνωρίζοντάς το αυτό, από την αντίθετη βέβαια σκοπιά, έχει δώσει το μεγαλύτερο βάρος της δύναμής του στο να ελέγξει απόλυτα τα μαζικά μέσα πληροφόρησης, κίνησης ιδεών, προπαγανδισμού και κουλτούρας. Έτσι κάθε παιδί που γεννιέται, έχει να αντιμετωπίσει μια υποχρεωτική «γαλούχηση» από τα χοντρά ψέμματα του κρατικού συντονισμένου σύννεφου των Μαζικών Μέσων, με απώτερο στόχο να βιαστεί όσο γίνεται αποτελεσματικώτερα η ταυτότητά του, η συνείδησή του, ο τρόπος σκέψης του.  
Οι ριζοσπαστικές πολιτικές κινήσεις, έχουν υποχρέωση να σύρουν άτομα, έξω από το τέλμα της κρετινοποίησης. Βασική γραμμή πρέπει να είναι το ξήλωμα του συστήματος «έτοιμων εξηγήσεων» που προωθείται από το σύστημα. Και αυτό το πρέγμα δεν πετυχαίνεται με κανένα ετοιματζήδικο τρόπο «άμεσων αποτελεσμάτων», αλλά με την αποτελεσματική αντιπαράθεση του δικού μας συστήματος πληροφόρησης δηλαδή της δικής μας αλήθειας, απέναντι στα ψέμματα του συστήματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο πολύς κόσμος απεχθάνεται τις απότομες αλλαγές, εκτός δε ότι τις παρακολουθεί -ή έχει μάθει να τις παρακολουθεί- ως θεατής και μόνο. Πρέπει να προωθήσουμε ένα μονάχα σχέδιο: το να βάλουμε μπροστά, να θέσουμε δηλαδή σε λειτουργία, τα ανθρώπινα μυαλά, πληροφορώντας τα με αλήθεια, καλλιεργώντας τους την σωστή κρίση και αφήνοντάς τα μετά να κάνουν τις δικές τους εκτιμήσεις και επιλογές. Πρέπει να ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΠΡΟ-ΚΑΤ ΑΛΗΘΕΙΕΣ και τις ετοιματζήδικες εξηγήσεις.  
«Το δικό μας Μέσον Μαζικής Ενημέρωσης είναι τα έντυπα αντεργκράουντ, τα οποία δημιουργούν αλλά και αντανακλούν τη νέα μας συνείδηση. Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που βρίσκονται στην δούλεψη του Κατεστημένου, αντανακλούν τους ετοιμοθάνατους, αντιδραστικούς και καταπιεστικούς θεσμούς ενάντια στους οποίους εμείς πολεμάμε. Η παραμικρή επίθεση ενάντια στα έντυπά μας είναι επίθεση ενάντια στο δικαίωμά μας να σκεφτόμαστε αυτόνομα. Για να καταστρέψουν την κουλτούρα μας πρέπει πρώτα να καταστρέψουν τα Μέσα Ενημέρωσης που έχουμε στην διάθεσή μας. Και εμείς, για να υπερασπίσουμε την κουλτούρα μας, θα πρέπει να προστατέψουμε τις εφημερίδες μας και τα περιοδικά μας, κόντρα στην καταστολή που μας επιβάλλουν τα γουρούνια, κόντρα στην λογοκρισία δήθεν «περί ασέμνων» και όλα τα σχετικά. Ο αντεργκράουντ Τύπος είναι η ολοζώντανη καρδιά της κοινότητάς μας…» (Jerry Rubin, «Do it !») 


Η εφημερίδα λειτουργεί μέσα στον κόσμο. Ο Τύπος underground είναι μία ωραία απάντηση στα χοντρά ψέμματα των ελεγχομένων αισχρών ημερησίων και λοιπών εφημερίδων και περιοδικών. Εδώ όμως χρειάζεται και η συμμετοχή των ίδιων των αναγνωστών, ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί και αντέξει μία εφημερίδα που ΛΕΕΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ, ΑΠΟΚΑΛΛΥΠΤΕΙ και ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΕΙ, κυρίως με το να γίνει βιώσιμη οικονομικά. Όταν ξεπεραστεί και αυτό, που είναι το μόνο και τελευταίο εμπόδιο, η αντιπληροφόρηση του κόσμου γίνεται αποτελεσματική. Μόνο μέσο για την «αντιμετώπιση» αυτής της πληροφοριακής ανταρσίας είναι για το σύστημα το να την πνίξει βίαια, αλλά έτσι βλάπτεται περισσότερο αποδεικύοντας έτσι το αληθινό του πρόσωπο. Ας μην ξεχνάμε πως για τους όποιους κρατούντες «ο τύπος είναι απόλυτα ελεύθερος, αρκεί να μη γράφει…» (Σουρής) 
Το ραδιόφωνο επηρεάζει πολύ. Το «αυτόνομο» ραδιόφωνο περισσότερο. Το ραδιόφωνο είναι ΔΙΚΑΙΩΜΑ για τον καθένα. Οι ελεύθεροι σταθμοί έχουν πολύ λιγώτερα έξοδα από μία ημερήσια εφημερίδα και έχουν το πλεονέκτημα της συνεχούς δραστηριότητας. Στην Ιταλία το «Ράδιο Αλίκη» έγινε τόσο πολύ ενοχλητικό για τους αντιδραστικούς, που δέχθηκε μέχρι και επιθέσεις με βόμβες. Στην Ελλάδα όμως (σημείωση για τους νεώτερους αναγνώστες: το κείμενο έχει γραφεί το 1981, όταν στην χώρα μα υπήρχαν μόνο οι κρατικοί ραδιοσταθμοί. Το γελοίο και τραγικό ωστόσο είναι ότι η ελεύθερη ραδιοφωνία και τηλεόραση δεν ήλθε στην χώρα μας ΠΟΤΕ, απλώς προστέθηκε στην κρατική πληροφόρηση και η παρα-πληροφόρηση ή επιλεκτική πληροφόρηση που τάχα παρέχουν στο απροστάτευτο κοινό οι εκατοντάδες των γνωστών και μη εξαιρετέων «διαπλεκομένων» νεο-εξουσιαστών), που από άποψη στοιχειωδών ελευθεριών του πολίτη είμαστε το λιγώτερο είκοσι χρόνια πίσω, από Ευρώπη και Αμερική, η Ελεύθερη Ραδιοφωνία είναι εντελώς ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ με κωμικά προσχήματα (παρεμβολές στις τηλεπικοινωνίες κ.λπ.). Κάθε λίγο, δεκάδες «πειρατές» καταδικάζονται σε βαρύτατες καταδίκες και τεράστια πρόστιμα. Εδώ το σύστημα αντιδρά προληπτικά στην αντιπληροφόρηση. Προς το παρόν δεν έχουν σκεφθεί να απαγορεύσουν την «πειρατική» τηλεόραση, αλλά αυτό οφείλεται περισσότερο στο ότι δεν έχει ακόμα υπάρξει ΕΛΕΥΘΕΡΗ τηλεοπτική εκπομπή. 
«Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι όταν μια νέσα κατάσταση στασιάζει ενάντια σε μία κατεστημένη εξουσία, ο πρώτος στόχος επίθεσης που μπαίνει, είναι απαραίτητα πάντοτε το δίκτυο ραδιοφωνίας και τηλεόρασης και το πρώτο κτίριο που καταλαμβάνεται σε μία κατάληψη της εξουσίας είναι τα τηλεοπτικά στούντιο…» («Feedback, A Survival Primer», Πρωτομαγιά 1972) 



Η τηλεόραση. και αυτό δεν το λέει μόνο ο Marshal Mc Luhan, βιάζει την ανθρώπινη ταυτότητα και επηρεάζει την συνείδηση. Ελέγχοντας αυτό το μέσον βομβαρδισμού του ανθρωπίνου μυαλού με γράμματα, εικόνες, διαφημίσεις, χρώματα και το κυριότερο επιβαλλόμενες συμπεριφορές και ΙΔΕΟΛΟΓΙΕΣ, το σύστημα εξουσιάζει έμμεσα μεν αλλά αποτελεσματικότερα από την μέθοδο του ροπάλου, τις υπάρξεις μας. Αυτό το τετράγωνο κουτί είναι από τα πιο αποτελεσματικά όπλα και είναι καιρός να το ιδιοποιηθούν οι ριζοσπάστες. Με δική τους ΤV όμως. 

«Το ζήτημα είναι πως χωρίς μία αυτοδύναμη βάση, δικιά σου, θα παραμείνεις πάντοτε πιόνι στα χέρια της βούλησης κάποιου άλλου. Το να πάρεις όμως με κάθε δυνατό μέσο πληθώρα δημοτικότητας, είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεσαι. Ο Άμπυ Χόφφμαν νομίζει πως απλώνει το μήνυμά του με το να πηγαίνει στο σώου τού Ντικ Σαϊβέττ, αλλα όπως είπε κάποιος μία φορά (ο Τζων Μπρόκμαν συγκεκριμένα) “Η Επανάσταση τελείωσε όταν ο Άμπυ Χόφφμαν στήθηκε για την πρώτη του εμφάνιση στην τηλεόραση του κατεστημένου”...» (Raindance Corporation, «Guerrilla Television», 1971)   
   
Τέλος, στο οπλοστάσιο της αντιπληροφόρησης υπάρχουν και τα φυλλάδια, οι προκηρύξεις, τα τρυκ, τα γκράφιτι (ή οι αφίσες) στους τοίχους, που όλοι σήμερα τα χρησιμοποιούν κατά κόρον αλλά που όλα (εκτός από το τελευταίο, που αν έχει την τύχη να μη σβυστεί τουλάχιστον μιλάει για πολύ καιρό και με πολύ κόσμο…) έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα, αφού όχι μόνο μοιράζονται σε πολύ λιγοστό κόσμο, αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος τους ΔΕΝ ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ, από τον σύγχρονο εγκλωβισμένο πολιτικά και διανοητικά άνθρωπο, που έχει συνηθίσει να διαβάζει πάντοτε πρώτα την υπογραφή και μετά το κείμενο.  

«Εάν ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα να ζει, έχει και το δικαίωμα να ενημερώνεται. Η όλη καπηλεία της «πληροφόρησης» από λίγους επιτήδειους που ελέγχουν τα Μέσα Ενημέρωσης, για τους πολλούς δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία παραβίαση και των δύο αυτών δικαιωμάτων…» («Feedback, A Survival Primer»).  



Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το 
undergound έντυπο "Ανοιχτή Πόλη":







  
  
  
  









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου