Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

"Ο νόμος δυτικά της Ιπποκράτους" (σχετικά με την εκτέλεση του λεγόμενου Χαμπίμπι) / oμάδα alerta communista



















Ανακοίνωση από την ομάδα alerta communista σχετικά με την εκτέλεση του λεγόμενου Χαμπίμπι στα Εξάρχεια 

Στις 2 Αυγούστου του 1882, ο Ρόυ Μπην, ένας ιδιοκτήτης σαλούν ηλικίας 57 ετών, διορίστηκε ως ειρηνοδίκης της 6ης περιφέρειας της κομητείας Πέκος των ΗΠΑ. Μια από τις πρώτες ενέργειες του νεοδιορισμένου δικαστή ήταν να «γαζώσει [...] το καλυβένιο σαλούν ενός Εβραίου ανταγωνιστή του». Στη συνέχεια, μετέτρεψε το σαλούν του σε δικαστήριο επιλέγοντας σε κάθε δίκη ως ενόρκους τους καλύτερους πελάτες του. Μια από τις γνωστότερες υποθέσεις του υπήρξε η δολοφονία ενός Κινέζου εργάτη από κάποιον Ιρλανδό. Στη δίκη, ο Μπην αποφάνθηκε ότι «ανθρωποκτονία είναι ο φόνος ενός ανθρώπινου όντος· ωστόσο, δεν βρίσκω κάποιο νόμο ενάντια στο φόνο ενός Κινέζου».

 Αν κανείς θεωρήσει ότι ο Ρόυ Μπην δεν υπήρξε δημοφιλής ως δικαστής λόγω της αψήφησης της νομοθεσίας στις αποφάσεις και τις πρακτικές του, πλανάται πλάνην οικτράν. Παρότι μετέπειτα έμεινε στην παράδοση γνωστός ως ένας εκ των «σκληρότερων» του Φαρ Ουέστ, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία καταδίκασε μόνο δύο υπόδικους σε θάνατο. Η πλειοψηφία των καταδικών του δεν προέβλεπαν ποινή φυλάκισης παρά μόνο χρηματικά πρόστιμα, τα οποία πάντα παρακρατούσε στο σύνολό τους για τον εαυτό του μη δίνοντας ποτέ ούτε σεντ στο κράτος. Ενώ οι κλέφτες αλόγων συνήθως καταδικάζονταν σε θάνατο, εκείνος τους άφηνε ελεύθερους αν επιστρέφαν τα άλογα. Παρότι δεν είχε το δικαίωμα να εκδίδει διαζύγια, «εξυπηρετούσε» τους κατοίκους της πόλης του χρεώνοντας 10 δολλάρια το ένα (τιμή που αντιστοιχεί σε 250 σημερινά δολλάρια). Επανεκλεγόταν συνεχώς ως ειρηνοδίκης έως και το 1896 πέρα ελαχίστων εξαιρέσεων. Ακόμα και στην εκδοχή της μη επανεκλογής του, συνέχιζε να εξασκεί τα καθήκοντα του δικαστή στην περιοχή του παρανόμως, χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις. Όταν έφτασε στα γεράματα, ξόδευε όσα χρήματα είχε συσσωρεύσει για τη στήριξη των φτωχών και για τη θέρμανση του σχολείου της περιοχής του.

Παρόλη την πλήρη ασυδοσία του, στην πραγματικότητα δεν υπήρξε απειλή ούτε για την έννομη τάξη της εποχής του ούτε και για την πλειοψηφία των «εκτός του νόμου».

Ο Ρόυ Μπην δεν υπήρξε ο μόνος άνθρωπος στην ιστορία που αποφάσισε να επιβάλλει ένα δίκαιο δικής του εμπνεύσεως. Στην πρόσφατη ανάληψη ευθύνης της δολοφονίας του επονομαζόμενου «Χαμπίμπι» από τις Ένοπλες Ομάδες Πολιτοφυλάκων (ΕΟΠ) που δημοσιεύτηκε στις 9 Ιουλίου στον ιστότοπο του athens indymedia, διαβάζουμε ότι: «[η επίθεση σε τρεις αναρχικούς του Βοξ υπήρξε η] σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και η εφαρμογή του λαϊκού-επαναστατικού δικαίου επέβαλε τη θανατική του καταδίκη». Η προκήρυξη αυτή έχει αναδημοσιευτεί στις περισσότερες από τις κινηματικές ενημερωτικές ιστοσελίδες, ενώ αναπαράγεται και από διάφορους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακόμη κι αν οι ιστοσελίδες και τα μεμονωμένα άτομα που αναπαράγουν την προκήρυξη δηλώνουν ότι δεν συμφωνούν απαραίτητα με το περιεχόμενό της ή με την πράξη των ΕΟΠ, από τη στιγμή που την αναπαράγουν χωρίς κάποια κριτική σημαίνει ότι συναινούν, έστω και σιωπηλά. Ποιο είναι το περιεχόμενό της λοιπόν;

Αρχικά, οι φίλτατες ΕΟΠ ανάγουν τον δολοφονηθέντα σε έναν παντοδύναμο ηγεμόνα που κυριαρχούσε στην περιοχή μέσω των διασυνδέσεών του με την τοπική μαφία, την αστυνομία κι ενός προσωπικού στρατού του μιας «αγέλης κανίβαλων που τον περιστοίχιζε», και το σύνολο της γειτονιάς δεν μπορούσε παρά να υποταχθεί στο πρόσωπό του. Το γεγονός όμως της ευκολίας με την οποία τον εκτελέσαν μάλλον δείχνει το ακριβώς αντίθετο: είτε δεν κατείχε κάποια παντοδυναμία, είτε την έχασε πρόσφατα λόγω της εμπλοκής του στο περιστατικό το οποίο οδήγησε σε ένοπλες πορείες στη γειτονιά των Εξαρχείων. Εν πάσει περιπτώσει, η προσωποποίηση της κυριαρχίας του εγκληματικού κεφαλαίου και του κρατικού μονοπωλίου της βίας στο άτομο του λεγόμενου Χαμπίμπι δεν μπορεί να αποτελέσει παρά μόνο μια χυδαία λαϊκιστική εξαπλούστευση των συνθηκών της κοινωνικής πειθάρχησης και ελέγχου που μπορεί να επιβάλλει η συνεργεία κράτους και εγκληματικού κεφαλαίου.

Παρακάτω, οι ένοπλοι πολιτοφύλακες μας πληροφορούν ότι ήταν το «λαϊκό-επαναστατικό δίκαιο» που επέβαλε τη θανατική καταδίκη του Χαμπίμπι, η οποία αποτελούσε εν μέρει «εκδίκηση» για την επίθεση σε τρεις αναρχικούς της κατάληψης Βοξ κι εν μέρει «υπεράσπισης μιας ταλαιπωρημένης γειτονιάς». Το ζήτημα της εκδίκησης δεν θα μπούμε καν στον κόπο να το σχολιάσουμε. Θα μιλήσουμε για το δεύτερο. Όμως ας κάνουμε πρώτα μια χρονολογική παράκαμψη. Οι σύγχρονες αναρχικές θεωρήσεις περί πολιτοφυλακών συνήθως αντλούν από τις Αντιφασιστικές Πολιτοφυλακές που είχαν σχηματιστεί κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου. Δεν θα αναλωθούμε εδώ σε κάποια κριτική τους, δηλαδή αν τελικά από μέσο μετατράπηκαν σε αυτοσκοπό, και αν ο αρχικός σκοπός τους κι η μιλιταριστική μορφή τους υπήρξαν ή όχι προβληματικά. Όχι επειδή μια κριτική τους είναι ανούσια, αλλά επειδή θελουμε να εστιάσουμε στις συνθήκες που οδήγησαν στη δημιουργία τους. Στην Ισπανία εκείνης της εποχής, η επαναστατική δράση έβρισκε απέναντί της τα όπλα. Οπότε, η οργάνωση πολιτοφυλακών υπήρξε μια απάντηση του ίδιου του εργατικού κινήματος σε μια υλική συνθήκη της καθημερινότητας της ταξικής σύγκρουσης. Ήταν οι ίδιοι οι αγωνιζόμενοι εκείνοι που οπλίστηκαν, με απόφαση των ίδιων των οργανώσεών τους.

Υπήρξε όμως κάτι παρόμοιο στην περίπτωση των ΕΟΠ και των ένοπλων περιφρουρίσεων στις διαδηλώσεις ενάντια στην μαφία που πραγματοποιήθηκαν το περασμένο διάστημα στα Εξάρχεια; Αφενός, η ομάδα των ΕΟΠ δεν σχηματίστηκε από κάποια (αυτο)οργάνωση του ανταγωνιστικού κινήματος, της οποίας να αποτελεί τμήμα και στην οποία να βρίσκεται υπόλογη: αντιθέτως, λειτουργεί έξω και κρυφά από το κίνημα. Αφετέρου, οι ένοπλες περιφρουρίσεις των διαδηλώσεων μπορεί να υπήρξαν απόφαση οργανώσεων του ανταγωνιστικού κινήματος, όμως δεν ανταποκρίνονται σε καμία υλική συνθήκη. Υπήρχε πιθανότητα μαφιόζοι να ανοίξουν πυρά κατά της διαδήλωσης; Οι εγκληματικές οργανώσεις δεν λειτουργούν με όρους τακτικού στρατού ώστε να παραταχθούν σε μια οργανωμένη σύγκρουση ενάντια ενός άλλου παρατεταγμένου ένοπλου σώματος: αν ήθελαν να χρησιμοποιήσουν ένοπλη βία θα το έκαναν ενάντια στους διοργανωτές κάποια στιγμή πέρα των διαδηλώσεων, καθώς έτσι κι αλλιώς ήταν γνωστό το ποιες ομάδες ανέλαβαν την οργάνωσή τους.

 Από τη στιγμή που δεν βρισκόμαστε εν μέσω μιας μαζικής εξέγερσης, πως μπορεί να χαρακτηριστεί ως επαναστατικό το δίκαιο που επιβάλλουν οι ΕΟΠ; Ποιο είναι το συλλογικό υποκείμενο που συνέταξε αυτό το δίκαιο και σε ποιους αγώνες βασίζεται; Πως είναι δυνατόν να αυτοαποκαλείται «δίκαιο» αν στοχεύει στην κατάργηση του κράτους, οπότε και των ρυθμίσεων και των μεσολαβήσεών του; Ποιο το περιεχόμενό του; Οι ΕΟΠ στην προκήρυξή τους δεν απαντούν σε κανένα απ' αυτά τα ερωτήματα.

 Μας πληροφορούν ότι: «Δεν είμαστε κοινωνιολόγοι, αλλά ταξικά τοποθετημένοι στον πόλεμο ενάντια στο κεφάλαιο και ως τέτοιοι μπαίνουμε στη μάχη για να ξανακερδίσουμε τα Εξάρχεια. Με αυτόν τον προσανατολισμό,η συγκεκριμένη εκτέλεση επεκτείνεται και στην υλική σύγκρουση με το παρακρατικό σύμπλεγμα μαφίας-αστυνομίας. Επεκτείνεται δηλαδή στη μάχη ενάντια σε μια από τις πιο σκληρές εκφράσεις του κεφαλαίου. Και αυτό γιατί ο Χαμπίμπι ήταν στρατολογημένος από τη μαφία των Εξαρχείων, όχι απλά ως ένας ακόμα από τους δεκάδες διακινητές ναρκωτικών που δρουν στη περιοχή, αλλά και ως χωροφύλακας που περιφρουρούσε δια της βίας την ομαλή κερδοφορία των αφεντικών του». Η δράση αυτή του επονομαζόμενου Χαμπίμπι είναι πραγματική. Όμως, πως μπορεί η εκτέλεση του τελευταίου τροχού της αμάξης να θεωρηθεί ως μάχη ενάντια στην μαφία, την αστυνομία και το κεφάλαιο εν γένει; Ακόμη κι οι ίδιοι επί της ουσίας το παραδέχονται γράφοντας: «Δικαστές, δημοσιογράφοι, πολιτικοί, επιχειρηματίες και αστυνομικοί συγκροτούν το διευθυντικό επιτελείο της παραοικονομίας, χρησιμοποιώντας ως “μπροστινούς” τους διάφορους χρήσιμους ηλίθιους για να κάνουν τη βρώμικη δουλειά».

Επίσης, ποιοι είμαστε «εμείς» που κάποτε τα Εξάρχεια ήταν «δικά μας»; Οι αντιεξουσιαστές; Οι αριστεροί; Οι χίπστερς; Οι χίππηδες; Οι πάνκηδες; Οι χιπ-χοπάδες; Οι εργάτες; Οι ιδιοκτήτες; Οι επιχειρηματίες; Οι μαφιόζοι; Οι χρήστες; Οι αλκοολικοί; Οι χουλιγκάνοι; Οι φοιτητές; Οι καλλιτέχνες; Όλοι οι παραπάνω διαμένουν και κινούνται στην περιοχή των Εξαρχείων, οπότε πως μπορούν τα Εξάρχεια να «ανήκουν» σε μια μόνο από αυτές τις κατηγορίες ή φιγούρες, ή έστω σε ένα περιορισμένο συνδυασμό αυτών; Πότε τα «χάσαμε» και από ποιους ώστε τώρα να τα «ξανακερδίσουμε»; Η απάντηση των ΕΟΠ είναι ότι η βία αποτελεί ένα μέσο συγκρότησης της (ψευτο)κοινότητας ενός αφηρημένου ταυτολογικού «εμείς»: ένοπλη βία πολιτοφυλακών με σκοπό τη συγκρότηση ένοπλων πολιτοφυλακών. Το περιεχόμενο είναι το ίδιο το μέσο, και σκοπός η ενίσχυση και κοινωνικοποίησή του. «Εμείς» είμαστε ο ένοπλος λαός ο οποίος θα συγκροτήσει τον ένοπλο λαό.

Ο δικαστής Ρόυ Μπην δεν επέβαλε το αστικό δίκαιο των ΗΠΑ αλλά ένα δίκαιο προσωπικής του εμπνεύσεως, το οποίο όμως μολοταύτα υπήρξε συμπληρωματική εξουσία σε αυτή του έθνους-κράτους. Έτσι και το δίκαιο που επιβάλουν οι ΕΟΠ δεν αποτελεί παρά μια συμπληρωματική εξουσία με σκοπό την «περιφρούριση του λαού». Αναλαμβάνουν τον ίδιο ρόλο με αυτό της συμβατικής αστυνομίας λέγοντας ότι θέλουν να προστατεύσουν τον λάο από τις δράσεις «αντικοινωνικών» στοιχείων, θέτοντας στο επίκεντρο και τους «χρήστες ναρκωτικών», λέγοντας πως για να τους αντιπαρατεθούν δεν θα διστάσουν να ασκήσουν βία. Ίσως οι επίδοξοι πολιτοφύλακες να έπρεπε να κάνουν μια μικρή παύση για να θυμηθούν ότι η αστυνομία σε όλες τις υπόλοιπες γειτονιές της Αθήνας και των προαστίων της, όπου σε αντίθεση με τα Εξάρχεια κυκλοφορεί ανενόχλητη 24/7, μεταξύ άλλων στοχοποιεί και ακριβώς τις ίδιες φιγούρες με τους ΕΟΠ: χούλιγκανς, χρήστες ναρκωτικών και (κυρίως μετανάστες) μικροεμπόρους ναρκωτικών. Στα πλαίσια εναρμόνησης του «επαναστατικού» και του αστικού δικαίου, προτείνουμε στους πολιτοφύλακες να θέσουν ως επόμενο στόχο τους τσαντάκηδες. Ή ακόμα καλύτερα, εμάς τους ίδιους τους συντάκτες του παρόντος κειμένου, καθώς απ' ότι φαίνεται η εναντίωση στο «λαϊκό-επαναστατικό δίκαιο» τίθεται «εκτός του επαναστατικού νόμου», οπότε ο ένοπλος βραχίονας/τιμωρός του «επαναστικού κράτους» των Εξαρχείων θα πρέπει να επέμβει.

Και φυσικά να σημειώσουμε πως όχι μόνο επέβαλαν την έννομη τάξη αντί να τη διαταράξουν, αλλά δεν διατάραξαν ούτε και τους «εκτός του νόμου», στην περίπτωσή μας δηλαδή το εγκληματικό κεφάλαιο: το εμπόριο ναρκωτικών συνεχίστηκε κανονικά και μετά τη δολοφονία του Χαμπίμπι, όπως ακριβώς κι όταν η αστυνομία συλλάβει έναν μικροέμπορο.

 Όπως ο δικαστής Ρόυ Μπην έχαιρε δημοφιλίας παρόλη την ασυδοσία του, το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και με τους ΕΟΠ. Όπως και οι λοιπές ομάδες ένοπλης πάλης, επιτίθεται σε ένα αφηρημένο γενικό «κακό» και αυτοπαρουσιάζεται να επιτίθεται στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων που ορίζουν τον κοινωνικό ρόλο του στόχου τους. Στην πραγματικότητα όμως, δεν επιτίθεται παρά σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο και τίποτα παραπάνω. Σε περιόδους ύφεσης των αγώνων, η λενινιστικού τύπου πρωτοπορία της βίας έρχεται να υποκαταστήσει τη ταξική πάλη, και στην αποσύνθεση του προλεταριάτου ως τάξη ενάντια στο κεφάλαιο, ο μονόφθαλμος βασιλεύει: μέσα στην μιζέρια της κανονικότητας αναδύονται οι «επαναστάτες» που πήραν τα όπλα, και αψηφώντας τις κακουχίες ξεκινάνε την επανάσταση... μόνοι τους!

Ενάντια στις αυταπάτες, κανένας βιτζιλαντισμός δεν μπορεί να αποτελέσει βάση της επανάστασης. Το περιεχόμενό της θα είναι ο πλήρης μετασχηματισμός του συνόλου των σύγχρονων κοινωνικών σχέσεων. Δεν θα υπάρξει καμιά επιβολή «επαναστατικού δικαίου», αλλά λήψη κομμουνιστικών μέτρων: κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, κατάργηση της εργασίας, κατάργηση των μεσολαβήσεων, κατάργηση της εμπορευματικής ανταλλαγής, κατάργηση του χρήματος, κατάργηση του φύλου, κατάργηση της φυλής. Τα μέτρα αυτά δεν θα επιβληθούν ως νομοθεσία επί κάποιων μαζών, ως δίκαιο για τη ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων, αλλά θα είναι πρακτικές οι οποίες θα προκύψουν ως αποτέλεσμα των ίδιων των άμεσων σχέσεων που θα αναπτύξουν οι προλετάριοι εντός των κοινοτήτων αγώνα τους, και μεταξύ αυτών.

Η επαναστατική βία θα είναι αναπόφευκτα και ένοπλη. Όμως η βία θα είναι επαναστατική εάν και μόνο εάν επιτεθεί στα θεμέλια του κεφαλαίου και του κράτους του. Και η επανάσταση σίγουρα δεν θα είναι σπαγγέτι γουέστερν.

Εντιμότατε Ρόυ Μπην, ομολογούμε την ενοχή μας. Βρέθηκαν στην κατοχή μας μικροποσότητες κομμουνισμού.

alerta communista

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016

#Brexit: Τί πιστεύουν οι Βρετανοί Αναρχικοι;
























#Brexit: 10 σχόλια από την αναρχική οργάνωση Workers Solidarity Μοvement

1. Το ‪#‎brexit‬ αποδεικνύει ότι ακόμη και η αδύναμη κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι ασύμβατη με την κλιμακούμενη νεοφιλελεύθερη ανισότητα.
2. Η αντίσταση στην κλιμακούμενη ανισότητα κινδυνεύει να εκτραπεί μετατρέποντας σε αποδιοπομπαίους τράγους τους περιθωριοποιημένους ανθρώπους ώστε να προωθήσουν συμφέροντα πλουσίων μισαλλόδοξων.
3. Οι αγορές τώρα θα τιμωρήσουν το εκλογικό σώμα αλλά εκείνο θα κατηγορήσει γι’ αυτό είτε μια αργοπορημένη είτε μια μαλθακή δράση ενάντια σε μετανάστες και μετανάστριες.
4. Η εναλλακτική λύση δεν είναι ένα ακόμη δημοψήφισμα αλλά η κατάργηση μιας παγκόσμιας τάξης χτισμένης πάνω στην ανισότητα και την ξεκάθαρη δικτατορία.
5. Στο άμεσο μέλλον η προάσπιση των μεταναστών/μεταναστριών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πρόκειται να έρθουν, είναι θεμελιώδους σημασίας ώστε να μη γείρει η πλάστιγγα προς τα δεξιά.
6. Αν η αριστερά ταλαντευθεί προς μια απλή οικονομίστικη θέση μετά το brexit, η ρατσιστική αποικιοκρατική φύση αυτής της ψήφου θα παγιωθεί.
7. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για την Ε.Ε δεν θα είναι απλά η άνοδος της δεξιάς στο ΗΒ αλλά τεράστια ώθηση για τα ρατσιστικά αποικιοκρατικά κινήματα ανα την Ε.Ε.
8. Αυτό είναι επακόλουθο της αυξανόμενης ανισότητας- είτε μια μετατροπή προς μια ριζοσπαστική δημοκρατία είτε μια στροφή προς αυταρχικές πολιτικές του ελέγχου.
9. Τα πράγματα φαίνονται ζοφερά αλλά ήταν έτσι κι αλλιώς καθώς αντιμετωπίζουμε την κλιματική αλλαγή και αυτοματοποίηση υπό τον καπιταλισμό- μια ριζοσπαστική αλλαγή είναι αναγκαία.
10. Χρειάζεται να πάρουμε τον κόσμο μας πίσω από την πατριαρχική λευκής υπεροχής καπιταλιστική ελίτ που κυριαρχεί στον πλανήτη και διοικεί και τις δυο πλευρές του δημοψηφίσματος για την Ε.Ε.

πηγή: http://www.provo.gr/brexit-workers-solidarity/

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

"Νεοφιλελεύθερες ιστορίες: Περιμένοντας την Goldman Sachs στην Αθήνα" του Γιάννη Ζγέρα





















Στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας Καθημερινή, πριν από περίπου δύο εβδομάδες, δημοσιεύτηκε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο της Μαργαρίτας Πουρνάρα με τίτλο “Αχτίδα φωτός στο σκοτεινό Detroit”(Kathimerini.gr, 2016). Πολύ ενδιαφέρον, αλλά όχι με τον συμβατικό τρόπο του όρου που θα χαρακτήριζε ένα δημοσιογραφικό άρθρο σε μία κυριακάτικη εφημερίδα. Ο ενημερωτικός χαρακτήρας του για ένα ομολογουμένως ασυνήθιστο στα ελληνικά δεδομένα γεγονός, και η προσπάθεια της συντάκτριας να αναπτύξει μια αναλογία ανάμεσα στο χρεοκοπημένο Detroit και την υποβαθμισμένη, λόγω κρίσης, πόλη της Αθήνας, αναδεικνύει υπόρρητα ένα σύνολο οικονομικών μηχανισμών. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ταυτόχρονα, μας βοηθά να ξετυλίξουμε το κουβάρι της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης του αστικού χώρου σε μια άμεση σχέση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, πράγμα σπάνιο και ανεκτίμητο.

Πριν περάσουμε όμως στις σημαντικές προεκτάσεις όσων περιγράφονται, θα πρέπει να ειπωθούν ορισμένα πράγματα για όσα μας ενημερώνει το εν λόγω άρθρο. Αφορμή λοιπόν, αποτελεί η εμπειρία της συντάκτριας από ένα residency (είδος θεματικού εργαστηρίου που περιλαμβάνει διαμονή, αναφέρεται σε projects που αφορούν συγκεκριμένες περιοχές και η χρονική του διάρκεια μπορεί να ποικίλει) στο Detroit με την ονομασία “Ideas City Detroit”, στο οποίο συμμετείχαν 40 καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες, πολεοδόμοι, σχεδιαστές, αστικοί στοχαστές κ.α.. Σκοπός ήταν η ανάπτυξη προτάσεων για την αναβάθμιση, αναζωογόνηση και ενεργοποίηση του αστικού χώρου, μετά την ερήμωση που υπέστη η πόλη λόγω της κρίσης. Όπως μας πληροφορεί η συντάκτρια, το Detroit με το τέλος της βιομηχανικής ανάπτυξης ακολούθησε μια καθοδική πορεία, με το πληθυσμό του να μειώνεται από τα 2 εκατομμύρια στις 700.000. Αναγνωρίζει σε πρώτο επίπεδο ως βασική αιτία για αυτή την εξέλιξη, την ύπαρξη ισχυρών συνδικάτων που δεν συμπορεύτηκαν με τις νέες τάσεις τις οικονομίας, με αποτέλεσμα το κλείσιμο εργοστασίων και την μεταφορά πολλών επιχειρήσεων σε άλλες πολιτείες. Σε δεύτερο επίπεδο αναφέρεται στο κόστος των δημοσίων δαπανών και τον ακριβό δανεισμό που απαιτούσαν. Έτσι φτάνουμε στο σημείο τομής που σηματοδοτεί η χρεοκοπία της τοπικής αυτοδιοίκησης το 2013, με μεγάλο μέρος της πόλης να μένει χωρίς ηλεκτροδότηση. Συνέπεια όλων αυτών, ήταν η κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας και το κλίμα αβεβαιότητας για το μέλλον της περιοχής λόγω του παγώματος των επενδύσεων, που οδήγησε στην μαζική ερήμωση κατοικιών και την κατάρρευση της τοπικής οικονομίας.

Στο περιβάλλον αυτό λοιπόν, σκοπός του “Ideas City Detroit” ήταν η συστράτευση δημιουργικών δυνάμεων για την αναγέννηση της πόλης. Φρέσκες ιδέες για τις πόλεις. Είναι όμως μόνο αυτό το “Ideas City”; Ένα απλό εκπαιδευτικό πρόγραμμα του New Museum της Νέας Υόρκης; Όπως αποτυπώνεται στην ιστοσελίδα του οργανισμού, πρόκειται για μια συνεργατική δημιουργική πλατφόρμα πολιτών, με θεμελιακή αρχή της την πεποίθηση για την ουσιαστική σημασία της τέχνης και του πολιτισμού στην μελλοντική ζωτικότητα των πόλεων (IdeasCity, 2016). Από μία άλλη σκοπιά είναι μια διεθνής πρωτοβουλία, η οποία παρέχει ένα φόρουμ για σχεδιαστές, αρχιτέκτονες, πολεοδόμους, θεωρητικούς του χώρου, καλλιτέχνες και φορείς χάραξης πολιτικών, ώστε να έχουν την δυνατότητα επικοινωνίας, ανταλλαγής ιδεών, κοινής αναγνώρισης των προκλήσεων και επαναδιαπραγμάτευσης των πιθανών προτάσεων και στρατηγικών. Παρά το “εξαιρετικό” μείγμα ειδικών και το ιδιαίτερο καθεστώς συνάντησης τους γύρω από ένα τραπέζι, κάποιος καλοπροαίρετος θα σκεφτόταν πως ίσως είναι θετικό να συζητούν και να μοιράζονται τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους εξειδικευμένοι άνθρωποι από κάθε γωνιά του πλανήτη. Άλλα εκεί ξεκινά το ενδιαφέρον κομμάτι, καθώς κάθε σοβαρή σύμπραξη, ενημερώνει τους διαδικτυακούς επισκέπτες της για τους φορείς που την ενισχύουν. Στην περίπτωση του Ideas City, πρώτος και βασικός φορέας όσων αφορά την (οικονομική;) υποστήριξη της είναι ο χρηματοπιστωτικός κολοσσός της Goldman Sachs (IdeasCity, 2016).

Η Goldman Sachs, είναι από τις λίγες επενδυτικές εταιρίες που κατάφεραν να επιβιώσουν στην κρίση, έχοντας μάλιστα σημαντικά κέρδη λόγω της κατάρρευσης της αγοράς ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, η οποία σήμανε την είσοδο της παγκόσμιας οικονομίας σε ύφεση. Στελέχη της αναγνώρισαν από το 2005 την επισφάλεια των κριτηρίων σύμφωνα με τα οποία δίνονταν τα δάνεια εκείνη την περίοδο, διαμορφώνοντας μια στρατηγική στοιχηματισμού στην κατάρρευση τόσο της αγοράς ακινήτων όσο και σε αυτή των ασφαλειών υποθηκών, αποφέροντας κέρδη στην εταιρία της τάξης των 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων (Wikipedia, 2016). Για την σκοτεινή εκείνη περίοδο η Goldman Sachs, καταδικάστηκε πρόσφατα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των Η.Π.Α. με αποζημίωση 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε φόρους και διάφορες ελαφρύνσεις πελατών, καθώς δεν ενημέρωσε τους επενδυτές για τους κινδύνους που υπήρχαν στις αγορές. Η τιμωρία όμως όπως αναφέρει άρθρο της Guardian, διαμορφώθηκε μετά από διαπραγμάτευση μεταξύ εταιρίας και δικαιοσύνης, χωρίς να περιλαμβάνει ποινικές κυρώσεις προς την εταιρία, και κυρίως χωρίς να θέτει όρια στην δράση των τραπεζικών στελεχών γενικότερα (Kasperkevic, 2016). Η σχέση της εταιρίας με τον αστικό χώρο και τις αξίες γης, αναδεικνύεται και από τις υπηρεσίες και τα τραπεζικά προϊόντα που διαθέτει στην αγορά. Ανάμεσα στην τεράστια γκάμα δραστηριοτήτων που εμπλέκεται, συναντάμε τις υπηρεσίες χρηματοδότησης και συμβουλευτικής προς οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στην αγορά, πώληση και ανάπτυξη ακίνητης περιουσίας, αναζητώντας νέες ευκαιρίες σε χώρες παγκοσμίως (Goldman Sachs, 2016). Σε αυτό τον τομέα θα πρέπει να προσθέσουμε την τιμολόγηση και διανομή χρεών από το εμπορικό real estate, σε μορφή τραπεζικών προϊόντων.

Το ενδιαφέρον λοιπόν της Goldman Sachs για την αξιοποίηση της γης εντός των πόλεων έχει πολλές εκφάνσεις, οι οποίες δεν περιορίζονται εντός χρηματαγορών αλλά επεκτείνονται σε επενδύσεις μεγάλων αναπλάσεων. Το παράδειγμα του Detroit μας προσφέρει μια τέτοια περίπτωση όπου επενδύθηκαν από την εταιρία 6.9 εκατομμύρια δολάρια για την ανανέωση περιοχής εντός της πόλης, με στόχο την ικανοποίηση της αυξανόμενης ζήτησης σε υψηλής ποιότητας κατοικίες (Goldman Sachs, 2016). Το πως μια πόλη της Δύσης δεν ηλεκτροδοτείται συνολικά και παράλληλα εμφανίζεται ενδιαφέρον για πολυτελή διαμερίσματα μάλλον δεν θα πρέπει να μας προβληματίζει. Όπως δεν θα πρέπει να μας προβληματίζει και το γεγονός ότι το Ideas City έρχεται στην Αθήνα τον επόμενο Σεπτέμβρη διοργανώνοντας ένα ανάλογο θεματικό εργαστήρι και καλώντας τους ειδικούς να σκεφτούν για το μέλλον της. Άλλωστε το νομοσχέδιο για τα κόκκινα δάνεια είναι από τα τελευταία αγκάθια στην διαπραγμάτευση μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών. Η Goldman Sachs δεν θα μπορούσε να απουσιάσει από την γέννηση μιας νέας αγοράς. Ακριβώς γιατί ο ρόλος μιας τέτοιας εταιρίας είναι να ρυθμίζει αυτές τις αγορές όταν κάνουν τα πρώτα τους βήματα και να τις παρακολουθεί στενά στη συνέχεια, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να αποκομίσει την πληρωμή για τις υπηρεσίες που προσέφερε (2005-2007 αγορά ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων – Η.Π.Α.).

Ο συνολικότερος μηχανισμός περιγράφεται πολύ γλαφυρά στο επιστημονικό άρθρο του Jamie Peck Austerity Urbanism, όπου αναλύεται ο τρόπος αστικοποίησης της νεοφιλελεύθερης λιτότητας στην εξέλιξη των αμερικανικών πόλεων μετά το ξέσπασμα της κρίσης (Peck, 2012). Αναφέρεται στην ουσία στο domino μετακύλισης της ευθύνης και του κόστους της οικονομικής κατάρρευσης από τις πολυεθνικές στο κράτος, από το κράτος στις τοπικές αυτοδιοικήσεις των πόλεων, και από κει στις γειτονίες και τα χαμηλότερα στρώματα που πλήττονται από τις περικοπές των προϋπολογισμών. Σκοπός είναι η δημιουργία νέων ευκαιριών για τις μεγάλες επενδυτικές εταιρίες και αυτό άθελά της μάλλον, έρχεται να προσθέσει στη συζήτηση η συντάκτρια της Καθημερινής. Από την μια μας ενημερώνει για την εντατική συνύπαρξη με τους ντόπιους του Detroit ως μια παραγωγική διαδικασία, και από την άλλη μας πληροφορεί πως λόγω της υψηλής εγκληματικότητας στην περιοχή, οι συμμετέχοντες περιφρουρούνταν από εταιρία security. Δεν πρόκειται για αντίφαση αλλά για το πως αξιοποιούνται στην πράξη οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας. Και μας κάνει μάλλον να σκεφτούμε πως η εικόνα αυτή παραπέμπει σε κατασκήνωση ερευνητών – αποίκων στην “Νέα Γη”. Το δυσάρεστο είναι ότι στο τέλος του άρθρου θέλει να μας δημιουργήσει μια ελπίδα για το μέλλον της Αθήνας μέσα από την αφαιρετική παρομοίωση του με το μέλλον του Detroit. Αλλά αυτό που καταφέρνει είναι να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι η εικόνα της “Νέας Γης” δεν απέχει από την πραγματικότητα που βιώνουμε.



Πηγές:

– Goldman Sachs. (2016). Goldman Sachs | Impact Investing – Detroit Riverfront, Detroit, MI. http://www.goldmansachs.com/what-we-do/investing-and-lending/impact-investing/case-studies/detroit-riverfront-detroit.html

– Goldman Sachs. (2016). Goldman Sachs | Investment Banking – Real Estate. http://www.goldmansachs.com/what-we-do/investment-banking/industry-sectors/real-estate.html.

– Kathimerini.gr. (2016). Αχτίδα φωτός στο σκοτεινό Ντιτρόιτ, Μαργαρίτας Πουρνάρα | Kathimerini. http://www.kathimerini.gr/859435/article/epikairothta/kosmos/axtida-fwtos-sto-skoteino-ntitroit

– Kasperkevic, J. (2016). Goldman Sachs to pay $5bn for its role in the 2008 financial crisis. the Guardian. https://www.theguardian.com/business/2016/apr/11/goldman-sachs-2008-financial-crisis-mortagage-backed-securities.

– Peck, J. (2012). Austerity urbanism. City, 16(6), pp.626-655.

– IdeasCity. (2016). Support | IdeasCity. http://www.ideas-city.org/ideas-city/support/

– IdeasCity. (2016). About | IdeasCity. http://www.ideas-city.org/ideas-city/about/

– Wikipedia. (2016). Goldman Sachs https://en.wikipedia.org/wiki/Goldman_Sachs#Actions_in_the_2007.E2.80.932008_mortgage_crisis


Πηγή κειμένου: http://www.hitandrun.gr/neofileleftheres-istories-perimenontas-tin-goldman-sachs-stin-athina/

Κυριακή 29 Μαΐου 2016

Έρχεται «τσουνάμι» κατασχέσεων και πλειστηριασμών ακόμη και πρώτης κατοικίας





















Κατασχέσεις και πλειστηριασμοί- εξπρές σε ακίνητα, ακόμη και σε σπίτια που χρησιμοποιούνται ως πρώτη κατοικία,  ξεκινούν από τον Ιούνιο σε βάρος εκατοντάδων χιλιάδων οφειλετών «κόκκινων» δανείων αλλά και πολιτών που χρωστούν ληξιπρόθεσμες οφειλές στο Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Η κυβέρνηση ενεργοποιεί από τον επόμενο μήνα τα άρθρα 993 και 995 του νέου τροποποιημένου από το καλοκαίρι του 2015 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τα οποία προβλέπουν ότι κατά τους πλειστηριασμούς ακινήτων μη συνεπών δανειοληπτών και λοιπών χρεοφειλετών θα λαμβάνονται πλέον υπόψη ως τιμές εκκίνησης οι πραγματικές τιμές της κτηματαγοράς που έχουν υποχωρήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα και όχι οι πολύ πιο υψηλές αντικειμενικές αξίες, όπως προέβλεπε ο Κ.Π.Δ πριν αλλάξει το καλοκαίρι του 2015.

Ουσιαστικά με την ενεργοποίηση των διατάξεων αυτών ανάβει το «πράσινο φως» για πλειστηριασμούς ακινήτων χιλιάδων οικονομικά αδύναμων δανειοληπτών και λοιπών οφειλετών σε εξευτελιστικές τιμές, καθώς οι αξίες στις οποίες θα εκκινούν οι πλειστηριασμοί θα είναι οι πάρα πολύ χαμηλές εμπορικές τιμές. Η ενεργοποίηση των επαχθών αυτών ρυθμίσεων, η οποία αναμένεται να πυροδοτήσει «τσουνάμι» πλειστηριασμών, τώρα που καταργήθηκαν οι περισσότεροι περιορισμοί οι οποίοι προστάτευαν κυρίως τους δανειολήπτες, γίνεται μέσω του Προεδρικού Διατάγματος υπ’ αριθμόν 59, το οποίο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα προσδιορίζεται η εμπορική αξία κάθε ακινήτου που κατάσχεται από χρεοφειλέτη, προκειμένου, σε κάθε περίπτωση, να ξεκινά το συντομότερο δυνατό και ο πλειστηριασμός!

Το Π.Δ. προβλέπει ότι η εμπορική αξία ακινήτου που κατάσχεται προσδιορίζεται με ευθύνη του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή από πιστοποιημένο στο υπουργείο Οικονομικών εκτιμητή, που μπορεί να είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Το επαχθές αυτό Π.Δ. εκδόθηκε με βάση τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 993, καθώς και του τετάρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 995 του Π.δ/τος 503/1985 «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας» (Α΄ 182), όπως ισχύουν μετά το ν. 4335/2015 (Α΄ 87) και των παραγράφων 12 και 13 του ένατου άρθρου του άρθρου 1 «Μεταβατικές και άλλες διατάξεις» του ν. 4335/2015, κατόπιν γνωμοδότησης του Συμβουλίου της Επικρατείας και μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Αναλυτικά, σύμφωνα με το dikaiologitika.gr, το Π.Δ. που παρουσιάζουν προβλέπει δε τα εξής:

Άρθρο 1 Αρμόδιο όργανο προσδιορισμού της εμπορικής αξίας ακινήτου Αρμόδιος για τον προσδιορισμό της εμπορικής αξίας του ακινήτου που κατάσχεται είναι ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος, για το σκοπό αυτό, υποχρεούται να προσλάβει, κατά την κρίση του, πιστοποιημένο εκτιμητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο περιλαμβάνεται στο Μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών που τηρείται στη Διεύθυνση Οικονομικού Συντονισμού και Μακροοικονομικών Προβλέψεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών και είναι δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα του ιδίου Υπουργείου.

Άρθρο 2 Τρόπος υπολογισμού εμπορικής αξίας ακινήτου Ο πιστοποιημένος εκτιμητής οφείλει, εντός της προθεσμίας που του τίθεται, να συντάξει εγγράφως και να παραδώσει την εκτίμησή του στον δικαστικό επιμελητή, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά ή διεθνή αναγνωρισμένα εκτιμητικά πρότυπα, δεσμευόμενος παράλληλα για την πιστή τήρηση του Κώδικα Δεοντολογίας, ο οποίος θεσπίστηκε με τη με αριθ. 19928/292/10-5-2013απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Β΄1147).

Άρθρο 3 Καθορισμός αμοιβής εκτιμήσεως Η αμοιβή για την διενέργεια της εκτιμήσεως καθορίζεται εκ των προτέρων ελεύθερα μετά από έγγραφη συμφωνία για την ανάθεση του έργου. Υπόχρεος για την καταβολή της αμοιβής είναι ο επισπεύδων την αναγκαστική εκτέλεση. Το ποσό αυτό βαρύνει, τελικώς, εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση.

Άρθρο 4 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από την 1η Ιουνίου 2016.

topontiki.gr



Πηγή: http://anemosantistasis.blogspot.com/2016/05/blog-post_437.html#ixzz4A2RrxTHQ

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

Τι θέλουν οι Πακιστανοί και μας φορτώνονται;



























Πριν λίγες ημέρες ρώτησα τους φίλους εδώ εάν πιστεύουν πως γίνεται πόλεμος στο Πακιστάν, κι ΑΝ όντως το πιστεύουν, ποιες είναι οι αντιμαχόμενες πλευρές. Τέλος, ρωτούσα εάν οι ΗΠΑ βομβαρδίζουν το Πακιστάν. Εφόσον ούτε τα ΜΜΕ, ούτε η αστική τάξη του Πακιστάν, αλλά ούτε καν τα περισσότερα εναλλακτικά ΜΜΕ νοιάζονται για το τι συμβαίνει «στην άλλη άκρη του κόσμου» ήταν φυσιολογικό ο περισσότερος κόσμος να μην γνωρίζει καθόλου το τι συμβαινει εκεί.

Το ερώτημα αυτό το έθεσα επειδή υπάρχουν πάμπολλοι καλοθελητές που αναπαράγουν τις ρατσιστικές κορώνες τύπου «καλά, οι Σύροι έχουν πόλεμο κι έρχονται σαν πρόσφυγες· οι κωλοπακιστανοί τι έρχονται και μας φορτώνονται;». Λες κι εμείς τα ελληνόπουλα που πήγαμε μετανάστες και ζήσαμε στην Β.Αμερική ή στην Ευρώπη για μια λίγο καλύτερη παιδεία, για μια λίγο καλύτερη δουλειά, έχουμε εκ γενετής το δικαίωμα αυτό εφόσον το δέρμα μας είναι πιο κοντά στο λευκό.

Θα σας κουράσω λίγο αλλά αν θέλετε να καταλάβετε για ποιον λόγο χιλιάδες Πακιστανοί αφήνουν την πατρίδα τους για να διασχίσουν 3000 χλμ ώστε να φτάσουν μέχρι εδώ, αξίζει τον κόπο.

Ούτε μια, ούτε δυο, αλλά τρις μεγάλες συρράξεις λαμβάνουν χώρα στο Πακιστάν τα τελευταία χρόνια. Πρώτον, μαίνεται ένας τεράστιος πόλεμος στο Β.Δ. Πακιστάν (επαρχία του Γουαζιριστάν) για τον οποίο όλα τα ΜΜΕ -και οι αστοί του Πακιστάν- δεν συζητάνε ποτέ. Πολλοί Ταλιμπάν κατέφυγαν εκεί ύστερα από την εισβολή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν, και βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με την κεντρική κυβέρνηση. Ο νυν πρωθυπουργός Σαρίφ, ο οποίος παρεμπιπτόντως ήταν αυτός που διέταξε το 1998 τις πρώτες πυρηνικές δοκιμές, αυτός που ξεκίνησε τον πόλεμο του Καργκίλ το 1999 με την Ινδία, ο ίδιος που επανέφερε την θανατική ποινή το 2014, είναι αυτός που ξεκίνησε τον γενικευμένο πόλεμο στο Γουαζιριστάν.

Στον πόλεμο αυτόν έχουν εμπλακεί πλέον το Ισλαμικό Κράτος (Νταές), οι ΗΠΑ, και δεκάδες παραστρατιωτικές οργανώσεις Ουζμπέκων, Τσετσένων και Τατζίκων. Μέχρι στιγμής έχουν σκοτωθεί 32.800 μαχητές των Ταλιμπάν, του Νταές και άλλων παραστρατιωτικών οργανώσεων, 7 χιλιάδες στρατιώτες του Πακιστάν, και μερικές δεκάδες στρατιώτες των ΗΠΑ.

Επιπλέον έχουν δολοφονηθεί από όλες τις πλευρές, 52.000 άμαχοι κι έχουν τραυματιστεί εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι. Τέλος, έχουν εκτοπιστεί πάνω από 3.5 εκατομμύρια κάτοικοι της περιοχής λόγω των μαχών.

Ταυτοχρόνως, από το 2004 μαίνεται ένας άλλος κρυφός πόλεμος που ξεκίνησε από την εποχή Μπους κι έχει ενταθεί κατά την προεδρία του Ομπάμα. Χιλιάδες αεροπορικές επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) έχουν λάβει χώρα σε ολόκληρη την επικράτεια του Πακιστάν, εναντίον «ύποπτων» τρομοκρατίας. Όπως προσφάτως παραδέχτηκε το ίδιο το Πεντάγωνο από τα χιλιάδες χτυπήματα μόνον μερικές δεκάδες έχουν επιβεβαιωμένα σκοτώσει «τρομοκράτες». Βεβαίως από μόνο του αυτό το πρόγραμμα είναι παράνομο εφόσον δεν τηρεί κανέναν από τους διεθνείς κανόνες εμπλοκής και διεθνείς συνθήκες όσον αφορά τα νομικά δικαιώματα κατηγορουμένων ακόμη και για τρομοκρατία.

Μέχρι στιγμής το Bureau of Investigative Journalism έχει καταγράψει τουλάχιστον 965 δολοφονίες αμάχων και το NEW America Foundation (ένας συντηρητικό ίδρυμα ερευνών των ΗΠΑ) τουλάχιστον 3000 δολοφονίες μαχητών. Αξίζει να σημειωθεί πως το Ανώτατο Δικαστήριο της επαρχίας του Πεσαγουάρ του Πακιστάν έχει χαρακτηρίσει τις επιθέσεις αυτές ως έγκλημα πολέμου, απάνθρωπες και παράνομες με βάση τις διεθνείς συνθήκες. Μια από τις πιο αναλυτικές νομικές αλλά και ιστορικές μελέτες που έχουν γίνει επί του θέματος είναι η μελέτη αυτή http://www.webcitation.org/6C1NZMGYJ από το Νομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ όπου παρουσιάζει διεξοδικά τις αποδείξεις για τα εγκλήματα πολέμου που έχουν διαπράξει οι ΗΠΑ με τις επιθέσεις αυτές. Εκεί εκτός των άλλων, αναφέρει μέχρι το 2012 και πάνω από 1300 σοβαρούς τραυματισμούς αμάχων από τις εγκληματικές αυτές επιθέσεις.

Τέλος, ο λιγότερο γνωστός πόλεμος ίσως και του κόσμου, μαίνεται στα νοτιοδυτικά του Πακιστάν στην επαρχία του Μπαλοχιστάν. Το Μπαλοχιστάν το οποίο κατοικείται από μια μειονότητα με την δική της γλώσσα και πολιτισμό, από την στιγμή της ανεξαρτησίας του Πακιστάν το 1947 δεν αποδέχτηκε τον διαχωρισμό που επέβαλε η Βρετανική Αυτοκρατορία και ζήτησε την ανεξαρτησία του. Η κεντρική εθνική κυβέρνηση του Πακιστάν εδώ και 70 χρόνια καταπατά καθημερινώς τα δικαιώματα των κατοίκων του Μπαλοχιστάν φυλακίζοντας, βασανίζοντας και δολοφονώντας χιλιάδες από αυτούς. Το ένοπλο απελευθερωτικό κίνημα του Μπαλοχιστάν έχει επίσης προβεί τα τελευταία χρόνια σε πολλές βίαιες πράξεις αντιποίνων. Από τον συνεχιζόμενο αυτό πόλεμο έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 12000 άνθρωποι ενώ έχουν τραυματιστεί, εκτοπιστεί και βασανιστεί εκατομμύρια άλλοι. Τα τελευταία 3 χρόνια ο πόλεμος αυτός έχει αναζωπυρωθεί. Τουλάχιστον 600 άτομα έχουν δολοφονηθεί κι από τις δυο πλευρές, ενώ οι απαγωγές και οι εξαφανίσεις ανέρχονται στις δεκάδες χιλιάδες.

Για τους περισσότερους, όλες αυτές οι πληροφορίες θα είχαν ίσως απλώς φιλολογικό ενδιαφέρον (τι νοιάζει τους Ευρωπαίους εάν σκοτώνονται, εκτοπίζονται και βασανίζονται εκατομμύρια άνθρωποι στην άλλη άκρη του κόσμου εξάλλου· ακόμη κι ΑΝ η χρηματοδότηση και τα όπλα για τις πράξεις αυτές προέρχονται από την ίδια την Ευρώπη και την Β.Αμερική) εάν χιλιάδες πρόσφυγες από αυτές τις συρράξεις δεν έφταναν πλέον στις Ευρωπαϊκές ακτές. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, τα 3000 χλμ που χωρίζουν την Ευρώπη από το Πακιστάν (τα οποία παρεμπιπτόντως είναι η ίδια απόσταση μεταξύ Ελλάδος και Ιρλανδίας περίπου) διασχίζονται πολύ πιο εύκολα. Πλέον, τις επιπτώσεις των πολέμων που οι αποικιοκρατικές δυνάμεις τροφοδοτούν δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε. Την επόμενη φορά λοιπόν που αναρωτηθεί κάποιος «τι δουλειά έχουν αυτοί οι κωλοπακιστανοί στην χώρα μας», ίσως θά’χετε τι να τους απαντήσετε.

Οι πληροφορίες προέρχονται από το costsofwar.org που προσπαθεί να καταγράφει όλες τις απώλειες αμάχων στον κόσμο, από το Ινδικό Ίδρυμα Διαχείρισης Πολέμων, από την ίδια την κεντρική κυβέρνηση του Πακιστάν κι από οργανισμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

κείμενο Νικόλαος Γρυσπολάκης

πηγή: http://omniatv.com

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016

Νόμος και Εξουσία | Πιοτρ Κροπότκιν























«Όταν η αμάθεια κυριαρχεί στην κοινωνία κι η αταξία στα μυαλά των ανθρώπων, οι νόμοι πολλαπλασιάζονται, η νομοθεσία προσδοκάται να τα κάνει όλα, κι ενώ κάθε καινούργιος νόμος είναι ένα νέο στραβοπάτημα, οι άνθρωποι οδηγούνται συνεχώς στο ν’ απαιτούν απ’ αυτόν ό,τι μπορεί να προκύψει μονάχα από τους ίδιους, από την δική τους εκπαίδευση και την δική της ηθική». Δεν είναι επαναστάτης αυτός που τα λέει αυτά ούτε έστω ένας μεταρρυθμιστής. Είναι ο νομικός Dalloy, συγγραφέας της συλλογής του Γαλλικού δικαίου που είναι γνωστή σαν «Ευρετήριο της Νομοθεσίας». Κι όμως, μολονότι αυτές οι γραμμές γράφτηκαν από ‘ναν άνθρωπο, ο οποίος ήταν ο ίδιος δημιουργός και θαυμαστής του νόμου, εκφράζουν τέλεια την ανώμαλη κατάσταση της κοινωνίας μας.

Στα υπάρχοντα κράτη οι άνθρωποι προσβλέπουν σ’ ένα καινούργιο νόμο σαν φάρμακο για οποιοδήποτε κακό. Αντί ν’ αλλάξουν μόνοι τους ό,τι είναι κακό, οι άνθρωποι αρχίζουν να ζητούν ένα νόμο για να το αλλάξει. [1] Αν ο δρόμος μεταξύ δύο χωριών είναι απροσπέλαστος, ο χωριάτης λέει: «θα ’πρεπε να υπάρχει ένας νόμος για τους επαρχιακούς δρόμους». Αν ένας φύλακας πάρκου εκμεταλλεύεται την έλλειψη πνεύματος σ’ ένα από κείνους, οι οποίοι τον ακολουθούν με δουλικό σεβασμό και τον προσβάλλει, ο προσβλημένος, λέει: «θα ’πρεπε να υπάρχει ένας νόμος που να επιβάλλει περισσότερη ευγένεια στους φύλακες πάρκων». Αν υπάρχει στασιμότητα στη γεωργία ή στο εμπόριο, ο γεωργός, ο κτηνοτρόφος, ή ο σιτέμπορος, υποστηρίζει: «χρειαζόμαστε προστατευτική νομοθεσία». Μέχρι τον τελευταίο εμποράκο, δεν υπάρχει κανείς που να μη ζητά ένα νόμο για να προστατέψει το επάγγελμά του. Αν ο εργοδότης κατεβάζει τους μισθούς ή αυξάνει τις ώρες εργασίας, ο εκκολαπτόμενος πολιτικός διακηρύσσει: «Πρέπει να υπάρξει ένας νόμος για να βάλει τάξη σ’ όλα αυτά». Κοντολογίς, ένας νόμος παντού και για το παν! Νόμος για τις μόδες, νόμος για τους τρελούς σκύλους, νόμος για την αρετή, νόμος που να βάλει τέλος σ’ όλα τα βίτσια κι όλα τα κακά, τα οποία απορρέουν από την ανθρώπινη παθητικότητα και δειλία.

Έχουμε τόσο διαστρεβλωθεί από μια διαπαιδαγώγηση, η οποία από τη νηπιακή ηλικία ζητά να σκοτώσει μέσα μας το πνεύμα της εξέγερσης, και ν’ αναπτύξει εκείνο της υποταγής στην εξουσία. Έχουμε τόσο διαστρεβλωθεί απ’ αυτή την ύπαρξη υπό τον ζυγό του νόμου, ο οποίος κανονίζει κάθε γεγονός στη ζωή μας – την γέννησή μας, την εκπαίδευσή μας, την ανάπτυξή μας, την αγάπη μας, την φιλία μας – ώστε, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση πραγμάτων, θα χάσουμε κάθε πρωτοβουλία, κάθε συνήθεια να σκεφτόμαστε μόνοι μας.  Η κοινωνία μας δεν φαίνεται πια ικανή να καταλάβει ότι είναι δυνατό να ζήσουμε κατ’ άλλο τρόπο, και όχι μόνο υπό το κράτος του νόμου, που τον επεξεργάζεται μία αντιπροσωπευτική κυβέρνηση και τον διαχειρίζεται μια χούφτα κυβερνητών. Ακόμα κι’ όταν έφτασε ως το σημείο να χειραφετηθεί από την δουλεία, η πρώτη της φροντίδα ήταν να την αποκαταστήσει άμεσα. Το «Έτος Ι της Ελευθερίας» δεν διήρκεσε ποτέ περισσότερο από μία μέρα, γιατί μόλις το διακήρυξαν οι άνθρωποι έβαλαν τους εαυτούς τους, την άλλη κιόλας μέρα, υπό τον ζυγό του νόμου και της εξουσίας.

Πράγματι, για μερικές χιλιάδες χρόνια, εκείνοι οι οποίοι μάς κυβερνούν δεν έχουν κάνει άλλο από το να διατυμπανίζουν τον «Σεβασμό στο νόμο, την υποταγή στην εξουσία». Αυτή είναι η ηθική ατμόσφαιρα, μέσα στην οποία οι γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους, και το σχολείο χρησιμεύει μονάχα για να επικυρώσει αυτή την κατάσταση. Έξυπνα επιλεγμένα ψήγματα, νόθας επιστήμης εντυπώνονται στα μυαλά των παιδιών για ν’ αποδείξουν την αναγκαιότητα του νόμου· η υποταγή στο νόμο γίνεται θρησκεία· η ηθική καλοσύνη κι ο νόμος των κυρίαρχων συγχέονται μέσα σε μία και την αυτή θεότητα. Ο ιστορικός ήρωας της σχολικής αίθουσας είναι ο άνδρας που υπακούει στο νόμο, και τον υπερασπίζει ενάντια στους επαναστάτες.

Αργότερα, όταν μπαίνουμε στην δημόσια ζωή, η κοινωνία και η λογοτεχνία που μας γαλβανίζουν μέρα με την μέρα κι ώρα με την ώρα όπως η σταλαγματιά τρυπάει την πέτρα, συνεχίζουν να μάς εντυπώνουν την ίδια προκατάληψη. Τα βιβλία ιστορίας, πολιτικής επιστήμης, κοινωνικής επιστήμης, είναι παραγεμισμένα μ’ αυτό τον σεβασμό για το νόμο. Ακόμη κι οι φυσικές επιστήμες έχουν τεθεί  στην υπηρεσία αυτού του σκοπού με την εισαγωγή τεχνητών τρόπων έκφρασης, δανεισμένων από την θεολογία και την αυθαίρετη εξουσία, μέσα στη γνώση που είναι καθαρά αποτέλεσμα παρατήρησης. Έτσι η νοημοσύνη μας συσκοτίζεται επιδέξια, και πάντα με σκοπό να διατηρηθεί ο σεβασμός μας για το νόμο. Η ίδια εργασία γίνεται από τις εφημερίδες. Δεν έχουν ούτε ένα άρθρο, το οποίο να μην κηρύσσει τον σεβασμό στο νόμο, ακόμη κι όταν η Τρίτη σελίδα αποδείχνει κάθε μέρα την ηλιθιότητα του νόμου, και δείχνει πώς σύρεται μέσα από κάθε ποικιλία λάσπης και βρωμιάς από κείνους που ’ναι επιφορτισμένοι με την διαχείρισή του. Η υποτακτικότητα μπροστά στο νόμο έχει γίνει αρετή κι αμφιβάλλω αν υπήρξε ποτέ έστω κι ένας επαναστάτης που να μην άρχισε στη νεότητά του σαν αμύντορας του νόμου ενάντια σ’ ό,τι γενικά αποκαλούνται «καταχρήσεις», μολονότι αυτές οι τελευταίες είναι αναπόφευκτες συνέπειες του νόμου.

Η τέχνη ευθυγραμμίζεται με την ψευτο-επιστήμη.  Ο ήρωας του γλύπτη, του ζωγράφου, του μουσικού, καλύπτει το Νόμο υπό την ασπίδα του, και με φλογίζοντα μάτια και φουσκωμένα ρουθούνια στέκεται πάντα έτοιμος να συντρίψει εκείνον, ο οποίος θα σήκωνε χέρι ενάντιά του. Ναοί ανυψώνονται σ’ αυτόν· οι επαναστάτες οι ίδιοι διστάζουν να θίξουν τους υψηλούς ιερείς που ‘χουν αφιερωθεί στην υπηρεσία του, κι όταν η επανάσταση πρόκειται να σαρώσει κάποιον αρχαίο θεσμό, είναι ακόμα με το νόμο που προσπαθεί να επικυρώσει αυτή την πράξη.

Η συγκεχυμένη μάζα κανόνων συμπεριφοράς που αποκαλείται δίκαιο, και που μας έχει κληροδοτηθεί από την δουλεία, την δουλοπαροικία, τον φεουδαρχισμό και την βασιλεία, έχει πάρει τη θέση εκείνων των πέτρινων τεράτων, μπροστά στα οποία συνηθιζόταν να θυσιάζονται ανθρώπινα θύματα, και τα οποία δουλοπρεπείς άγριοι δεν τολμούσαν έστω και ν’ αγγίξουν μήπως και καούν από τους κεραυνούς του ουρανού.

Αυτή η νέα λατρεία καθιερώθηκε με τη ιδιαίτερη επιτυχία από την άνοδο στην εξουσία της μεσαίας τάξης – από την μεγάλη Γαλλική Επανάσταση. Υπό το παλαιό καθεστώς, οι άνθρωποι μιλούσαν λίγο για νόμους· εκτός, πραγματικά, αν επρόκειτο, μαζί με τον Μοντεσκιέ, τον Ρουσσώ και τον Βολταίρο, να τους αντιπαραβάλλουν στη βασιλική αυθαιρεσία. Η υποταγή στη θέληση του βασιλιά και της ακολουθίας του ήταν υποχρεωτική επί ποινή απαγχονισμού ή φυλάκισης. Αλλά στη διάρκεια των επαναστάσεων και μετά απ’ αυτές όταν οι νομικοί ανέβηκαν στην εξουσία, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ενισχύσουν την αρχή, στην οποία οφειλόταν η άνοδός τους! Η μεσαία τάξη την αποδέχτηκε αμέσως σαν ανάχωμα για να τιθασεύσει τον λαϊκό χείμαρρο. Ο κλήρος έσπευσε να την κυρώσει, για να σώσει το σκάφος του από ναυάγιο ανάμεσα στους παραβάτες. Τελικά ο λαός την αποδέχτηκε σαν μία βελτίωση σε σχέση με την αυθαίρετη εξουσία και βία του παρελθόντος.

Για να το καταλάβουμε αυτό, πρέπει να μεταφερθούμε με την φαντασία στον 18ο αιώνα. Οι καρδιές μας πρέπει να ‘χουν πονέσει από την ιστορία των θηριωδιών που διαπράχτηκαν από τους παντοδύναμους ευγενείς του καιρού εκείνου πάνω στους άντρες και τις γυναίκες του λαού, προτού καταλάβουμε ποιά πρέπει να ‘ταν η μαγική επίδραση πάνω στο μυαλό του χωρικού της φράσης: «Ισότητα ενώπιον του νόμου, υποταγή στο νόμο χωρίς διάκριση καταγωγής και περιουσίας». Αυτός που ως τότε είχε αντιμετωπιστεί χειρότερα κι από ζώο, αυτός που ποτέ δεν είχε δικαιώματα, αυτός που ποτέ δεν είχε βρει δικαιοσύνη ενάντια στις αποτρόπαιες πράξεις των ευγενών, εκτός αν έπαιρνε εκδίκηση σκοτώνοντας τον ευγενή και αντιμετωπίζοντας μετά την κρεμάλα – βρήκε τον εαυτό του ν’ αναγνωρίζεται απ’ αυτό το αξίωμα, τουλάχιστο στην θεωρία, τουλάχιστο αναφορικά με τα προσωπικά του δικαιώματα σαν ίσος με τον κύριό του.  Ο,τιδήποτε και να ‘ταν αυτός ο νόμος, υποσχόταν νε μεταχειριστεί τον κύριο και τον χωρικό όμοια· διακήρυσσε την ισότητα πλούσιου και φτωχού ενώπιον του δικαστή. Η υπόσχεση ήταν ψέμα, και σήμερα το ξέρουμε· αλλά σ’ εκείνη την περίοδο ήταν μια πρόοδος, φόρος τιμής στην αλήθεια. Αυτός είναι ο λόγος που όταν οι σωτήρες της απειλούμενης μεσαίας τάξης (οι Ροβεσπιέρροι και οι Δαντόν) υιοθέτησαν τα γραπτά του Ρουσσώ και του Βολταίρου, και διακήρυξαν τον «σεβασμό για το νόμο, ίδιο για κάθε άνθρωπο», ο λαός αποδέχτηκε τον συμβιβασμό· γιατί ο επαναστατικός του πυρετός είχε ήδη αναλωθεί στην πάλη μ’ έναν εχθρό, που γινόταν μέρα με τη μέρα απειλητικότερος· έκλιναν τον αυχένα κάτω από τον ζυγό του νόμου για να σώσουν τους εαυτούς τους από την αυθαίρετη εξουσία των φεουδαρχών.

Η μεσαία τάξη συνέχισε από τότε να εκμεταλλεύεται αυτό το αξίωμα, το οποίο μαζί με μια άλλη αρχή, εκείνη της αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, συνοψίζει την όλη φιλοσοφία της αστικής εποχής, του δέκατου ένατου αιώνα. Κήρυξε αυτή την θεωρία στα σχολεία, την προπαγάνδισε στα γραπτά της, διέπλασε την τέχνη και την επιστήμη της για τον ίδιο σκοπό, σκόρπισε τις πεποιθήσεις της σε κάθε τρύπα και γωνιά – σαν την ευσεβή Αγγλίδα που ρίχνει φυλλάδια κάτω από την πόρτα – και το ‘χει κάνει αυτό με τόση επιτυχία, ώστε σήμερα βλέπουμε την κατάληξη στο αποκρουστικό γεγονός ότι άνθρωποι που λαχταρούν την ελευθερία επιχειρούν να την αποκτήσουν παρακαλώντας τους κυρίους τους να έχουν την καλοσύνη να τους προστατεύσουν τροποποιώντας τους νόμους, τους οποίους αυτοί οι κύριοι οι ίδιοι δημιουργήσει!

Αλλ’ οι καιροί και οι διαθέσεις, αλλάζουν. Υπάρχουν παντού επαναστατημένοι που δεν θέλουν πια να υπακούουν στο νόμο χωρίς να ξέρουν από πού προέρχεται, ποιές είναι οι χρήσεις του, και από πού πηγάζει η υποχρέωση της υπακοής του και ο σεβασμός με τον οποίο συνοδεύεται. Οι επαναστατημένοι των ημερών μας  κριτικάρουν τα ίδια τα θεμέλια της κοινωνίας, τα οποία έως τώρα θεωρούνταν ιερά, και πρώτα απ’ όλα αυτό το φετίχ, το νόμο.

Οι άνθρωποι που έχουν κριτική αντίληψη αναλύουν τις πηγές του νόμου, και βρίσκουν εκεί είτε ένα θεό, προϊόν των φόβων του αγρίου, και ηλίθιο, τιποτένιο και κακεντρεχή όπως οι ιερείς που εγγυώνται την υπερφυσική καταγωγή του, ή άλλως, αιματοχυσία, κατάκτηση δια πυρός και σιδήρου. Μελετούν τα χαρακτηριστικά του νόμου, κι αντί για συνεχή πρόοδο που ν’ αντιστοιχεί σ’ εκείνη της ανθρώπινης φυλής, βρίσκουν πως το διακριτικό του γνώρισμα είναι η ακινησία, μια τάση ν’ αποκρυσταλλώσει ό,τι θα ‘πρεπε να τροποποιείται καιν’ αναπτύσσεται μέρα με τη μέρα. Ρωτούν πώς ο νόμος έχει διατηρηθεί, και στην υπηρεσία του βλέπουν τις θηριωδίες του Βυζαντινισμού, τις ωμότητες της ιεράς Εξέτασης, τα βασανιστήρια του μεσαίωνα, ζωντανή σάρκα ξεσχισμένη από το μαστίγιο του δήμιου, αλυσίδες, ρόπαλα, πελέκεις, τα σκοτεινά κελιά των φυλακών, αγωνία, κατάρες και δάκρυα. Στις μέρες μας βλέπουν, όπως πρώτα, τον πέλεκυ, το σχοινί, το ντουφέκι, τη φυλακή· από τη μια μεριά τον αποκτηνωμένο φυλακισμένο, που έχει υποβιβαστεί στην κατάσταση ενός εγκλωβισμένου θηρίου με την εξευτέλιση όλης της ηθικής υπόστασής του· κι από την άλλη τον δικαστή, στερημένο από κάθε συναίσθημα που τιμά πράγματι την ανθρώπινη φύση, να ζει σαν μισότρελος ερημίτης σ’ έναν κόσμο νομικών μυθοπλασιών, να γλεντάει με την επιβολή φυλάκισης και θανάτου, χωρίς έστω να υποψιάζεται μέσα στην ψυχρή κακοήθεια της τρέλας του, την άβυσσο του ξεπεσμού όπου έχει πέσει μπροστά στα μάτια εκείνων, τους οποίους καταδικάζει.

Βλέπουν μια φυλή νομοθετών να νομοθετούν χωρίς να ξέρουν που αναφέρονται οι νόμοι τους· σήμερα να ψηφίζουν ένα νόμο για την υγειονομία των πόλεων, χωρίς καν την αμυδρότερη ιδέα υγιεινής, αύριο να φτιάχνουν κανονισμούς για τον εξοπλισμό στρατευμάτων χωρίς να ξέρουν τίποτα από όπλα· να φτιάχνουν νόμους για την διδασκαλία και την εκπαίδευση χωρίς ποτέ να ‘χουν δώσει ένα μάθημα οποιουδήποτε είδους, ή έστω και μια έντιμη διαπαιδαγώγηση στα παιδιά τους· να νομοθετούν εκεί κι ως έτυχε προς όλες τις κατευθύνσεις, αλλά χωρίς να ξεχνούν ποτέ να προβλέπουν ποινές για τους κουρελιάρηδες, τη φυλακή και τα κάτεργα, κι ας είναι οι δυστυχείς αυτοί χίλιες φορές λιγότερο ανήθικοι από τους ίδιους τους νομοθέτες.

Τέλος, τα κριτικά πνεύματα βλέπουν τον δεσμοφύλακα να χάνει κάθε ανθρώπινο αίσθημα, τον αστυνομικό να εκπαιδεύεται σαν κυνηγόσκυλο, τον καταδότη της αστυνομίας να σιχαίνεται τον εαυτό του· το «κάρφωμα» να μεταμορφώνεται σε αρετή· τη διαφθορά ν’ ανυψώνεται σε σύστημα· όλα τα ελαττώματα, όλες τις κακές ιδιότητες της ανθρωπότητας να ενθαρρύνονται και να καλλιεργούνται για να εξασφαλιστεί ο θρίαμβος του νόμου.

Αυτά τα βλέπουμε, και, γι’ αυτό, αντί να επαναλάβουμε μάταια την παλιά φόρμουλα, «Σεβασμός στο νόμο», λέμε, «περιφρονήστε το νόμο κι όλα τα επακόλουθά του!». Στη θέση της δειλής φράσης, «Υπακούστε στο νόμο», η κραυγή μας είναι «Εξεγερθείτε ενάντια σε όλους τους νόμους!».

Συγκρίνετε μόνο τα κακά που γίνονται στ’ όνομα κάθε νόμου με τα καλά που μπόρεσε να κάνει, ζυγίστε προσεκτικά τα καλά και τα κακά, και θα βρείτε αν έχουμε δίκιο.

Σχετικά μιλώντας, ο νόμος είναι προϊόν των σύγχρονων καιρών. Για αιώνες κι αιώνες η ανθρωπότητα ζούσε χωρίς οποιοδήποτε γραπτό δίκαιο, έστω κι εκείνο που ‘ναι χαραγμένο σε σύμβολα πάνω στις πέτρες της εισόδου ενός ναού. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι ανθρώπινες σχέσεις ρυθμίζονταν απλώς από έθιμα, συνήθειες και πρακτικές, που καθιερώνονταν με τη συνεχή επανάληψη, κι αποκτιούνταν από κάθε πρόσωπο στην παιδική ηλικία, ακριβώς όπως μάθαινε πώς να εξασφαλίζει την τροφή του με το κυνήγι, την κτηνοτροφία, ή τη γεωργία.

Όλες οι ανθρώπινες κοινωνίες πέρασαν απ’ αυτή την πρωτόγονη φάση κι ως σήμερα [2] ένα μεγάλο ποσοστό της ανθρωπότητας δεν έχει γραπτό δίκαιο. Κάθε φυλή έχει τους τρόπους της και τα έθιμά της· εθιμικό δίκαιο, όπως λένε οι νομικοί. Έχει κοινωνικές συνήθειες, και τούτο αρκεί για να διατηρήσει εγκάρδιες σχέσεις μεταξύ των κατοίκων του χωριού, των μελών της φυλής ή της κοινότητας. Ακόμη κι ανάμεσά μας – στα «πολιτισμένα» έθνη – όταν αφήνουμε τις μεγάλες πόλεις και πάμε στην ύπαιθρο, βλέπουμε ότι εκεί οι αμοιβαίες σχέσεις των κατοίκων ρυθμίζονται σύμφωνα μ’ αρχαία και γενικά αποδεκτά έθιμα, κι όχι σύμφωνα με το γραπτό δίκαιο των νομοθετών. Οι χωρικοί της Ρωσίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας, κι ακόμη ενός μεγάλου μέρους της Γαλλίας και της Αγγλίας, δεν έχουν καμία ιδέα του γραπτού δικαίου. Μπαίνει στη ζωή τους μόνο για να ρυθμίσει τις σχέσεις τους με το κράτος. Ως προς τις σχέσεις μεταξύ τους, μολονότι είναι μερικές φορές πολύ περίπλοκες, ρυθμίζονται απλώς σύμφωνα με το αρχαίο έθιμο. Πρωτύτερα, έτσι είχαν τα πράγματα με την ανθρωπότητα εν γένει.

Δύο διαφορετικά ρεύματα εθίμων αποκαλύπτονται από την ανάλυση των ηθών των πρωτόγονων ανθρώπων.

Καθώς ο άνθρωπος δεν ζει σ’ απομονωμένη κατάσταση, αναπτύσσονται μέσα του συνήθειες και συναισθήματα, τα οποία είναι χρήσιμα για τη διατήρηση της κοινωνίας και τη διεύρυνση της φυλής. Χωρίς κοινωνικά συναισθήματα και ήθη, η ζωή από κοινού θα ‘ταν απόλυτα αδύνατη. Δεν είναι ο νόμος που τα ‘χει εγκαθιδρύσει· προηγούνται από κάθε νόμο. Ούτε η θρησκεία τα έχει επιβάλλει· προηγούνται απ’ όλες τις θρησκείες. Ανευρίσκονται ανάμεσα σ’ όλα τα ζώα που ζουν σε κοινωνία. Αναπτύσσονται αυθόρμητα από την ίδια τη φύση πραγμάτων, όπως εκείνες οι συνήθειες στα ζώα, τις οποίες οι άνθρωποι αποκαλούν ένστικτα. Ξεπηδούν από ένα προτσές εξέλιξης, το οποίο είναι χρήσιμο και, πραγματικά, για να διατηρήσει την κοινωνία ενωμένη στην πάλη που εξαναγκάζεται να κάνει για να διατηρήσει την ύπαρξή τους. Οι άγριοι καταλήγουν να μην τρώνε πια ο ένας τον άλλο, γιατί βρίσκουν ότι μακροχρόνια είναι περισσότερο πλεονεκτικό ν’ αφιερωθούν σε κάποιο είδος καλλιέργειας παρά ν’ απολαμβάνουν την ευχαρίστηση του να τρώνε τη σάρκα ενός γερασμένου συγγενή μια φορά τον χρόνο. Πολλοί ταξιδιώτες έχουν απεικονίσει τους τρόπους ζωής απόλυτα ανεξάρτητων φυλών, όπου οι νόμοι κι οι αρχηγοί είναι άγνωστοι [3] αλλά όπου τα μέλη της φυλής έχουν πάψει να χτυπάνε ο ένας τον άλλο σε κάθε διαμάχη, γιατί η συνήθεια να ζουν σε κοινωνία έχει καταλήξει στην ανάπτυξη ορισμένων συναισθημάτων αδελφοσύνης και κοινότητας συμφερόντων, και προτιμούν ν’ απευθύνονται σ’ ένα τρίτο πρόσωπο για τον διακανονισμό των διαφορών. Η φιλοξενία τω πρωτόγονων λαών, ο σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή, η αίσθηση της αμοιβαίας υποχρέωσης, η συμπάθεια προς τον αδύνατο, το θάρρος, που επεκτείνεται ακόμα και στην αυτοθυσία για χάρη των άλλων, πρώτα των παιδιών και των φίλων, και αργότερα των μελών της ίδιας της κοινότητας – όλες αυτές οι ιδιότητες αναπτύσσονται στον άνθρωπο πριν από κάθε νόμο, ανεξάρτητα από κάθε θρησκεία, όπως στην περίπτωση των κοινωνικών ζώων. Τέτοια συναισθήματα και πρακτικές είναι τα αναπόφευκτα αποτελέσματα της κοινωνικής ζωής. Χωρίς να ‘ναι όπως λένε οι παπάδες κι οι μεταφυσικοί έμφυτες στον άνθρωπο, αυτές οι ιδιότητες είναι το αποτέλεσμα της ζωής από κοινού.

Αλλά δίπλα – δίπλα μ’ αυτά τα έθιμα, απαραίτητα στην ζωή των κοινωνιών και την διατήρηση της φυλής, άλλες επιθυμίες, άλλα πάθη κι επομένως άλλες συνήθειες κι έθιμα, εξελίσσονται στην ανθρώπινη συνένωση. Η επιθυμία να κυριαρχήσει κανείς πάνω σ’ άλλους, να επιβάλλει την θέλησή του πάνω τους, η επιθυμία να καταλάβουν τα προϊόντα της εργασίας μιας γειτονικής φυλής· η επιθυμία να περιβληθεί κανείς μ’ ανέσεις χωρίς να παράγει τίποτα, ενώ οι σκλάβοι προμηθεύουν τον κύριό τους, με τα μέσα απόκτησης κάθε είδους ηδονής και πολυτέλειας – αυτές οι εγωιστικές, προσωπικές επιθυμίες δημιουργούν ένα άλλο ρεύμα συνηθειών κι εθίμων. Ο ιερέας κι ο πολεμιστής – ο τσαρλατάνος που κερδοσκοπεί πάνω στην δεισιδαιμονία κι αφού απελευθερωθεί ο ίδιος από το φόβο του δαίμονα τον καλλιεργεί σε άλλους, κι ο παλληκαράς, που θέλει την εισβολή και τη λήστευση των γειτόνων του για να γυρίσει με λάφυρα κι ακολουθούμενος από σκλάβους. Αυτοί οι δύο, χέρι με χέρι, έχουν πετύχει να επιβάλουν πάνω στην πρωτόγονη κοινωνία έθιμα πλεονεκτικά και για τους δυο τους, που τείνουν να διαιωνίσουν την κυριαρχία τους στις μάζες. Επωφελούμενοι από την παθητικότητα, τους φόβους, την αδράνεια του πλήθους, και χάρη στη συνεχή επανάληψη των ίδιων πράξεων, έχουν εγκαθιδρύσει μόνιμα έθιμα, τα οποία έχουν γίνει μια στέρεη βάση για την κυριαρχία τους.

Γι’ αυτό το σκοπό, θα ‘καναν χρήση, κατά πρώτο λόγο, εκείνης της τάσης να ακολουθεί κανείς την πεπατημένη, που’ χει τόσο πολύ αναπτυχθεί στην ανθρωπότητα. Στα παιδιά κι όλους τους άγριους παίρνει εκπληκτικές διαστάσεις και μπορεί επίσης να παρατηρηθεί στα ζώα. Ο άνθρωπος, όταν είναι τελείως δεισιδαίμονας, φοβάται πάντα να εισαγάγει οποιοδήποτε είδος αλλαγής στις υπάρχουσες συνθήκες· γενικά σέβεται ό,τι είναι παλιό. «Οι πατέρες μας έκαναν αυτό κι αυτό· τα πήγαιναν αρκετά καλά· κάνετε το ίδιο», λένε οι παλιοί στους νέους κάθε φορά που οι τελευταίοι θέλουν ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Το άγνωστο τους φοβίζει, προτιμούν να προσκολλούνται στο παρελθόν, ακόμη κι όταν αυτό το παρελθόν αντιπροσωπεύει φτώχεια, καταπίεση και σκλαβιά.

Μπορεί ακόμη να λεχθεί ότι όσο πιο εξαθλιωμένος είναι ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερο φοβάται κάθε είδος αλλαγής, μήπως και τον κάνει ακόμα πιο δυστυχισμένο. Κάποια ακτίνα ελπίδας, μερικά ψίχουλα άνεσης, πρέπει να διαπεράσουν την σκοτεινή κατοικία του προτού αρχίσει να επιθυμεί καλύτερα πράγματα, να κριτικάρει τους παλιούς τρόπους ζωής, και να προετοιμαστεί να τους βάλει σε κίνδυνο χάριν μιας αλλαγής. Όσο δεν είναι εμποτισμένος από ελπίδα, όσο δεν είναι απελευθερωμένος από την κηδεμονία εκείνων, οι οποίοι εκμεταλλεύονται την δεισιδαιμονία και τους φόβους του, προτιμά να παραμείνει στην προγενέστερη κατάστασή του. Όταν οι νέοι επιθυμούν κάποια αλλαγή, οι παλιοί εγείρουν κραυγή πανικού ενάντια στους νεωτεριστές. Μερικοί άγριοι θα προτιμούσαν να πεθάνουν παρά μάλλον παρά να παραβούν τα έθιμα της χώρας τους, γιατί τους έχουν πει ότι η ελάχιστη παραβίαση της κατεστημένης ρουτίνας θα ‘φερνε κακοτυχία και συμφορά σ’ ολόκληρη την φυλή. Ακόμη και σήμερα, πόσοι πολιτικοί, οικονομολόγοι και δήθεν επαναστάτες δεν δρουν με τον ίδιο τρόπο και προσκολλούνται σ’ ένα εξαφανιζόμενο παρελθόν! Πόσοι δεν έχουν σαν μοναδική φροντίδα τους ν’ αναζητούν τα προηγούμενα! Πόσοι διάπυροι νεωτεριστές δεν είναι παρά απλοί αντιγραφείς επαναστάσεων του παρελθόντος!

Το πνεύμα της ρουτίνας, γεννημένο μέσα στην δεισιδαιμονία, την παθητικότητα και την δειλία, υπήρξε σε όλους τους καιρούς ο στυλοβάτης της καταπίεσης. Στις πρωτόγονες ανθρώπινες κοινωνίες έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους ιερείς και τους στρατιωτικούς αρχηγούς. Διαιώνισαν έθιμα χρήσιμα μόνο στους εαυτούς τους και πέτυχαν να τα επιβάλουν πάνω σ’ ολόκληρη τη φυλή. Όσο αυτή η συντηρητική διάθεση μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να διασφαλίσει τον αρχηγό στην καταπάτησή του της ατομικής ελευθερίας, όσο οι μόνες ανισότητες μεταξύ των ανθρώπων ήταν έργο της φύσης, και δεν αυξάνονταν εκατό φορές από τη συγκέντρωση της ισχύος και του πλούτου, δεν υπήρχε ανάγκη για νόμο και για τους φοβερούς μηχανισμούς των δικαστηρίων και των ολοένα αυξανόμενων ποινών που επιβάλλουν.

Αλλά καθώς η κοινωνία διαιρούνταν όλο και πιο πολύ σε δύο εχθρικές τάξεις, που η μία ζητούσε να εγκαθιδρύσει την κυριαρχία της κι άλλη αγωνιζόταν να ξεφύγει, η πάλη άρχισε· τώρα ο κατακτητής βιαζόταν να διασφαλίσει τα’ αποτελέσματα των πράξεών του σε διαρκή μορφή, και προσπάθησε να τα τοποθετήσει πέρα από κάθε αμφιβολία, να τα κάνει ιερά και σεβαστά με κάθε μέσο. Ο νόμος έκανε την εμφάνισή του από υπό τις ευλογίες του ιερέα και το ρόπαλο του πολεμιστή τέθηκε στην υπηρεσία του. Το έργο του ήταν να κάνει αμετακίνητα τα έθιμα προς όφελος της κυρίαρχης μειοψηφίας. Η στρατιωτική ισχύς ανέλαβε να εξασφαλίσει την υπακοή. Αυτή η νέα λειτουργία ήταν μια καινούργια εγγύηση για την εξουσία του πολεμιστή· τώρα δεν είχε μόνο την ωμή βία στην υπηρεσία του· ήταν ο αμύντορας του νόμου.

Αν ο νόμος, όμως, δεν παρουσίαζε παρά μόνο μια συλλογή προσταγών χρήσιμων στους κυβερνήτες, θα ‘βρισκε κάποια δυσκολία στην εξασφάλιση αποδοχής κι υπακοής. Έτσι, οι νομοθέτες ανέμιξαν σ’ ένα κώδικα τα δύο ρεύματα εθίμων, τα οποία μάλιστα αναφέραμε: τα’ αξιώματα που αντιπροσωπεύουν αρχές ηθικής και κοινωνικής ένωσης και δημιουργήθηκαν σαν αποτέλεσμα της ζωής από κοινού, και τις εντολές που θέλουν να εξασφαλίσουν μια εξωτερική εδραίωση στην ανισότητα. Έθιμα απόλυτα αναγκαία για την ίδια την ύπαρξη της κοινωνίας, βρίσκονται στον κώδικα, έξυπνα ανακατεμένα με ήθη που επιβλήθηκαν από την κυβερνώσα κάστα, και αξιώνουν και τα δύο ίσο σεβασμό από το πλήθος. «Να μην σκοτώσεις», λέει ο κώδικας, και σπεύδει να προσθέσει: «Και πλήρωνε δεκάτες στον ιερέα». «Να μην κλέψεις», λέει ο κώδικας, και αμέσως κατόπιν: «Αυτός που αρνείται να πληρώσει φόρους, να του κόψουν το χέρι».

Αυτός ήταν ο νόμος· κι έχει ως σήμερα διατηρήσει τον διπλό χαρακτήρα του. Η καταγωγή του είναι η επιθυμία της κρατούσας τάξης να δώσει διάρκεια σ’ έθιμα που επιβλήθηκαν από την ίδια προς όφελός της. Το χαρακτηριστικό του είναι η επιδέξια ανάμιξη εθίμων χρήσιμων στην κοινωνία, εθίμων που δεν έχουν ανάγκη νόμου για να εξασφαλίσουν σεβασμό, με άλλα έθιμα, χρήσιμα μόνο στους κυβερνώντες, επιζήμια στην μάζα του λαού, και διατηρούμενα μόνο από τον φόβο της τιμωρίας.

Όπως και το ατομικό κεφάλαιο, το οποίο γεννήθηκε από την δολιότητα και την βία, κι αναπτύχθηκε υπό την αιγίδα της εξουσίας, ο νόμος δεν έχει κανένα δικαίωμα στον σεβασμό των ανθρώπων. Γεννημένος από την βία και την δεισιδαιμονία, και εγκαθιδρυμένος προς το συμφέρον του προνομιούχου παράσιτου, του ιερέα και του πλούσιου εκμεταλλευτή, πρέπει να καταστραφεί παντελώς την ημέρα που ο λαός θα θελήσει να σπάσει τις αλυσίδες του.

Θα πειστούμε καλύτερα γι’ αυτό όταν, αργότερα, θ’ αναλύσουμε την μεταγενέστερη ανάπτυξη των νόμων υπό την αιγίδα της θρησκείας, της εξουσίας και του υπάρχοντος κοινοβουλευτικού συστήματος.

Είδαμε πώς ο νόμος γεννήθηκε μέσα στην καθιερωμένη πρακτική και το έθιμο, και πώς από την αρχή παρουσίαζε μια επιδέξια ανάμιξη των κοινωνικών συνηθειών, αναγκαίων για την διατήρηση της ανθρώπινης φυλής, μ’ άλλα έθιμα, που επιβλήθηκαν από κείνους, οι οποίοι χρησιμοποίησαν την λαϊκή δεισιδαιμονία καθώς και το δικαίωμα του ισχυρότερου προς όφελός τους. Αυτός ο διπλός χαρακτήρας του νόμου έχει καθορίσει την κατοπινότερη εξέλιξή του στην διάρκεια της πολιτικής οργάνωσης. Ενώ στην πορεία των αιώνων ο πυρήνας του κοινωνικού εθίμου εμπεριέχεται στο νόμο υποβλήθηκε σε ασήμαντες και βαθμιαίες τροποποιήσεις, το άλλο τμήμα αναπτύχθηκε ευρέως σε κατευθύνσεις που υπεδείκνυαν τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων και προς βλάβη των καταπιεζόμενων τάξεων.

Από καιρό σε καιρό αυτές οι κυρίαρχες τάξεις έχουν επιτρέψει να τους αποσπασθεί ένας νόμος, ο οποίος παρουσίαζε, ή φαινόταν να παρουσιάζει, κάποια εγγύηση για τους απόκληρους. Αλλά τότε οι τέτοιοι νόμοι απλώς ανακαλούσαν ένα προηγούμενο νόμο, καμωμένο προς όφελος της κυβερνώσας κάστας. «Οι καλύτεροι νόμοι, λέει ο Buckle, «ήταν εκείνοι οι οποίοι ανακαλούσαν τους προηγούμενους». Αλλά τί τρομερές προσπάθειες χρειάστηκαν, πόσοι ποταμοί αίματος χύθηκαν, κάθε φορά που υπήρξε ζήτημα ανάκλησης κάποιου απ’ αυτούς τους θεμελιώδεις νόμους που χρησιμεύουν για να κρατούν τον λαό στα δεσμά. Προτού μπορέσει να καταργήσει τα τελευταία ίχνη δουλοπαροικίας και φεουδαρχικών δικαιωμάτων, και να διαλύσει τη δύναμη της βασιλικής αυλής, η Γαλλία αναγκάστηκε να περάσει μεσ’ από τέσσερα χρόνια επανάστασης και είκοσι χρόνια πολέμου. Δεκαετίες πάλης χρειάζονται για ν’ ανακληθούν και οι λιγότερο σημαντικοί από τους άδικους νόμους, που μας κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν, κι ακόμη τότε σπανίως εξαφανίζονται, εκτός από περιόδους επανάστασης.

Η ιστορία της γένεσης του κεφαλαίου έχει ήδη εκτεθεί από τους σοσιαλιστές πολλές φορές. Έχουν περιγράψει πώς γεννήθηκε από τον πόλεμο και την καταλήστευση, τη δουλεία και την καθυπόταξη, τη σύγχρονη απάτη κι εκμετάλλευση. Έχουν δείξει πώς τρέφεται από το αίμα του εργάτη, και πώς λίγο – λίγο κατέκτησε ολόκληρο τον κόσμο. Η ίδια ιστορία, αναφορικά με την γένεση και την ανάπτυξη του νόμου, δεν έχει ακόμα εκτεθεί. Όπως συνήθως, η λαϊκή ευφυΐα έχει κλέψει την πρωτοβουλία από τους ανθρώπους των βιβλίων. Έχει ήδη συνθέσει την φιλοσοφία αυτής της ιστορίας, κι είναι απασχολημένη με την αποτύπωση των ουσιωδών οροσήμων της.

Ο νόμος, στην ιδιότητά του σαν εγγυητή των αποτελεσμάτων της λήστευσης, της δουλείας και της εκμετάλλευσης, έχει ακολουθήσει τις ίδιες φάσεις ανάπτυξης με το κεφάλαιο. Δίδυμοι αδελφός κι αδελφή, έχουν προχωρήσει χέρι – χέρι, συντηρώντας ο ένας τον άλλο με την ταλαιπωρία της ανθρωπότητας. Σε κάθε χώρα της Ευρώπης, η ιστορία τους είναι κατά προσέγγιση η ίδια. Διέφερε μόνο στην λεπτομέρεια· τα κύρια γεγονότα είναι τα ίδια· και αν ρίξουμε μια ματιά στην ανάπτυξη του νόμου στη Γαλλία ή τη Γερμανία, ξέρουμε τα ουσιώδη χαρακτηριστικά και τις φάσεις ανάπτυξής του στα περισσότερα από τα Ευρωπαϊκά έθνη.

Αρχικά, ο νόμος ήταν ένα εθνικό σύμφωνο ή συμβόλαιο. Είναι αλήθεια ότι αυτό το συμβόλαιο δεν ήταν πάντα ελευθέρα αποδεκτό. Ακόμη και στις πρώτες μέρες οι πλούσιοι κι ισχυροί επέβαλλαν την θέλησή τους πάνω στους υπόλοιπους. Αλλά πάντως αντιμετώπιζαν ένα εμπόδιο στις καταπατήσεις τους από την μάζα του λαού, που συχνά τους έκανε να αισθάνονται με την σειρά τους την δύναμή του.

Αλλά καθώς η εκκλησία από την μια μεριά κι οι ευγενείς από την άλλη πέτυχαν να υποδουλώσουν τον λαό, το δικαίωμα της δημιουργίας νόμων ξέφυγε από τα χέρια του έθνους και πέρασε σ’ εκείνα των προνομιούχων τάξεων. Ενισχυμένη από τον πλούτο που συσσωρεύτηκε στα σεντούκια της, η εκκλησία επεξέτεινε την εξουσία της. Εισέδυσε όλο και περισσότερο στην ιδιωτική ζωή, κι υπό το πρόσχημα της σωτηρίας των ψυχών, έβαλε χέρι στην εργασία των δουλοπάροικών της, μάζεψε φόρους από κάθε τάξη, και πλούτισε στο μέτρο που αυξανόταν ο αριθμός των παρανομιών, γιατί το προϊόν κάθε προστίμου διοχετευόταν στα θησαυροφυλάκιά της. Οι νόμοι δεν είχαν πια οποιαδήποτε σύνδεση με το συμφέρον του έθνους. «Θα μπορούσε να υποτεθεί ότι αυτοί προέρχονταν από ένα συμβούλιο θρησκόληπτων φανατικών, παρά από νομοθέτες» παρατηρεί ένας ιστορικός του Γαλλικού δικαίου.

Ταυτόχρονα καθώς ο φεουδάρχης επεξέτεινε παρόμοια την εξουσία του πάνω στους εργαζόμενους της υπαίθρου και στους τεχνίτες των πόλεων, έγινε κι αυτός, επίσης, νομοθέτης και δικαστής. Τα λίγα κατάλοιπα εθνικού δικαίου που χρονολογούνται από τον δέκατο αιώνα είναι απλώς συμφωνίες που ρυθμίζουν την υπηρεσία, τη νόμιμη εργασία, [4] και τους φόρους που οφείλονταν από τους δουλοπάροικους και τους υποτελείς στον κύριό τους. Οι νομοθέτες εκείνης της περιόδου ήταν μια δράκα ληστών, οργανωμένων για την καταλήστευση του λαού, που γινόταν κάθε μέρα και πιο ειρηνικός καθώς επιδιδόταν σε γεωργικές ασχολίες. Αυτοί οι άρπαγες εκμεταλλεύτηκαν τα συναισθήματα για δικαιοσύνη που ‘ναι έμφυτα στο λαό, πόζαραν σαν διαχειριστές εκείνης της δικαιοσύνης, έκαναν μια πηγή εισοδήματος για τους εαυτούς τους από τις θεμελιώδεις αρχές της και κατασκεύασαν νόμους για να διατηρήσουν την κυριαρχία τους.

Αργότερα, αυτοί οι νόμοι, που συλλέχτηκαν και ταξινομήθηκαν από δικαστές, σχημάτισαν τη βάση των σύγχρονων κωδίκων. Και πρόκειται εμείς να συζητήσουμε για σεβασμό αυτών των κωδίκων, της κληροδοσίας του φεουδάρχη και του Ιερέα;

Η πρώτη επανάσταση, η εξέγερση των πόλεων υπήρξε επιτυχής στην κατάργηση μόνο ενός τμήματος αυτών των νόμων· οι χάρτες δικαιωμάτων των απελευθερωμένων πόλεων είναι, ως επί το πλείστον, ένας απλός συμβιβασμός μεταξύ της φεουδαρχικής και επισκοπικής νομοθεσίας, και των νέων σχέσεων που δημιουργήθηκαν μέσα στην ίδια την ελεύθερη περιοχή. Κι όμως, πόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ αυτών των νόμων και των νόμων που ‘χουμε τώρα! Η πόλη δεν αναλάμβανε να φυλακίσει και να εκτελέσει πολίτες για Κρατικούς λόγους· αρκούνταν να εκδιώξουν καθένα που συνωμοτούσε με τους εχθρούς της πόλης, και να κατεδαφίσουν το σπίτι του. Περιορίζονταν στην επιβολή προστίμων για τα καλούμενα «εγκλήματα και παραβάσεις», και στους δήμους του δωδέκατου αιώνα μπορεί ακόμα να βρεθεί η δίκαιη αρχή που σήμερα έχει ξεχαστεί, η οποία θεωρεί ολόκληρη την κοινότητα υπεύθυνη για την κακή συμπεριφορά καθενός από τα μέλη της. Οι κοινωνίες εκείνου του καιρού έβλεπαν το έγκλημα σαν ατύχημα ή κακοτυχία· μια αντίληψη συνηθισμένη ανάμεσα στους ρώσους χωρικούς σήμερα. Γι’ αυτό δεν παραδέχονταν την αρχή της προσωπικής εκδίκησης όπως κηρύσσεται από την βίβλο, αλλά θεωρούσαν ότι η ευθύνη για κάθε παρανομία αντανακλούνταν σ’ όλη την κοινωνία. Χρειάστηκε όλη η επίδραση της βυζαντινής εκκλησίας, η οποία εισήγαγε στη Δύση τις εξευγενισμένες ωμότητες του Ανατολικού δεσποτισμού, για να εισαγάγει στα ήθη των Γαλατών και των Γερμανών την ποινή του θανάτου και τα φοβερά μαρτύρια που ύστερα επιβάλλονταν σ’ όσους θεωρούνταν εγκληματίες. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο, χρειάστηκε όλη η επίδραση του Ρωμαϊκού κώδικα, του προϊόντος της διαφθοράς της αυτοκρατορικής Ρώμης, για να εισαγάγει τις έννοιες της απόλυτης ιδιοκτησίας στην γη, η οποία ανέτρεψε τα κομμουνιστικά έθιμα των πρωτόγονων ανθρώπων.

Όπως ξέρουμε, οι ελεύθεροι δήμοι δεν κατόρθωσαν να διατηρηθούν. Ρημαγμένοι από εσωτερικές διαμάχες μεταξύ πλούσιων και φτωχών, μεταξύ δημοτών και δουλοπάροικων, έγιναν εύκολη λεία της βασιλείας. Και καθώς η βασιλεία αποκτούσε καινούργια ισχύ, το δικαίωμα της νομοθέτησης πέρασε όλο και πιο πολύ στα χέρια μιας κλίκας αυλικών. Έκκληση στο έθνος γινόταν μόνο για να επικυρώσει τους φόρους που απαιτούνταν από τον βασιλιά. Κοινοβούλιο που συγκαλούνταν σε διαστήματα δύο αιώνων, σύμφωνα με την καλή διάθεση ή το καπρίτσιο της αυλής, «Εξαιρετικά Συμβούλια», συνελεύσεις ευγενών, υπουργοί που άκουγαν σπάνια τα «παράπονα των υπηκόων του βασιλιά» – αυτοί ήταν οι νομοθέτες της Γαλλίας. Ακόμη αργότερα, όταν όλη η εξουσία είναι συγκεντρωμένη σ’ ένα μοναδικό άνθρωπο, ο οποίος μπορεί να πει «Εγώ είμαι το κράτος» τα διατάγματα χαλκεύονται στα «κρυφά πριγκηπικά συμβούλια», σύμφωνα με τις ορέξεις ενός υπουργού, ή ενός ιδιότροπου βασιλιά· και οι υπήκοοι πρέπει να υπακούσουν επί ποινή θανάτου. Όλες οι δικαστικές εγγυήσεις καταργούνται· το έθνος είναι ο δουλοπάροικος της βασιλείας και μιας χούφτας αυλικών. Και σ’ αυτή την περίοδο εκπλήττει το βλέμμα μας η φρικιαστικότητα των ποινών – ο τροχός, ο πάσσαλος, ο εκδαρμός ζωντανών θυμάτων, βασανιστήρια κάθε λογής, επινοημένα από την αρρωστημένη φαντασία καλόγερων και τρελών, που αναζητούσαν ευχαρίστηση στην αγωνία των εκτελούμενων εγκληματιών.

Η μεγάλη Επανάσταση άρχισε την κατεδάφιση αυτού του πλαισίου δικαίου, που μας κληροδοτήθηκε από τον φεουδαρχισμό και την βασιλεία. Αλλ’ αφού κατεδάφισε μερικά τμήματα του αρχαίου οικοδομήματος, η Επανάσταση έδωσε την εξουσία νομοθέτησης στην μπουρζουαζία, η οποία, με τη σειρά της, άρχισε να ανεγείρει ένα νέο πλαίσιο νόμων αποσκοπούντων να διατηρήσουν και να διαιωνίσουν την κυριαρχία της μεσαίας τάξης πάνω στις μάζες. Το κοινοβούλιό τους νομοθετεί δεξιά και αριστερά, και βουνά νόμων συσσωρεύονται με φοβερή ταχύτητα. Αλλά τί είναι όλοι αυτοί οι νόμοι κατά βάθος;

Το κύριο τμήμα δεν έχει παρά ένα θέμα – να προστατεύσει την ιδιωτική ιδιοκτησία, δηλαδή τον πλούτο που αποκτάται με την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Ο σκοπός του είναι να διανοίξει στο κεφάλαιο καινούργια πεδία για εκμετάλλευση και να επικυρώσει τις νέες μορφές που προσλαμβάνει συνεχώς αυτή η εκμετάλλευση, καθώς το κεφάλαιο κατακυριεύει τον ένα μετά τον άλλο τους κλάδους της ανθρώπινης δραστηριότητας: σιδηροδρόμους, τηλεγράφους, ηλεκτρικό φως, χημικές βιομηχανίες, την έκφραση της σκέψης του ανθρώπου στην λογοτεχνία και την επιστήμη κλπ. Το αντικείμενο των υπόλοιπων απ’ αυτούς τους νόμους είναι θεμελιωδώς το ίδιο. Υπάρχουν για να διατηρούν τη μηχανή της κυβέρνησης, η οποία χρησιμεύει για να εξασφαλίζει στο κεφάλαιο την εκμετάλλευση και το μονοπώλιο του παραγόμενου πλούτου. Οι δικαστές, η αστυνομία, ο στρατός, η δημόσια εκπαίδευση, το χρηματοδοτικό σύστημα, όλα υπηρετούν ένα θεό – το κεφάλαιο· όλα έχουν ένα μόνο στόχο – να διευκολύνουν την εκμετάλλευση του εργάτη από τον καπιταλιστή. Αναλύστε όλους τους νόμους που ψηφίζονται και δεν θα βρείτε παρά μόνο αυτό.

Η προστασία του προσώπου, η οποία προβάλλεται σαν η αληθινή αποστολή του νόμου, καταλαμβάνει ένα ανεπαίσθητο χώρο ανάμεσά τους, γιατί, στην υπάρχουσα κοινωνία, οι επιθέσεις κατά του προσώπου που υπαγορεύονται άμεσα από το μίσος και την κτηνωδία τείνουν να εξαφανιστούν. Σήμερα, αν δολοφονείται κάποιος, αυτό γίνεται συνήθως για να τον ληστέψουν. Αλλ’ αν αυτή η κατηγορία εγκλημάτων και παραβάσεων ελαττώνεται συνεχώς, σίγουρα δεν οφείλουμε αυτή την αλλαγή στη νομοθεσία. Οφείλεται στην ανάπτυξη του ανθρωπισμού στις κοινωνίες μας, στις αυξανόμενα κοινωνικές συνήθειες μάλλον, παρά στις εντολές των νόμων μας. Ανακαλέστε αύριο κάθε νόμο που ασχολείται με την προστασία του προσώπου και σταματήστε αύριο όλες τις δίκες για επίθεση, κι ο αριθμός των αποπειρών που υποκινούνται από προσωπική εκδίκηση και από κτηνωδία δεν θ’ αυξανόταν ούτε κατά μία περίπτωση.

Θα μάς φέρουν ίσως την αντίρρηση ότι στη διάρκεια των τελευταίων πενήντα χρόνων, έχουν θεσμοθετηθεί πάρα πολλοί φιλελεύθεροι νόμοι. Αλλ’ αν αναλυθούν αυτοί οι νόμοι θ’ ανακαλυφθεί ότι αυτή η φιλελεύθερη νομοθεσία συνίσταται στην ανάκληση των νόμων που μας κληροδοτήθηκαν από την βαρβαρότητα των προηγούμενων αιώνων. Κάθε φιλελεύθερος νόμος, κάθε ριζοσπαστικό πρόγραμμα, μπορεί να συνοψισθεί σ’ αυτές τις λέξεις – κατάργηση των νόμων που ‘γιναν βαρετοί και στην ίδια την μεσαία τάξη, κι επιστροφή κι επέκταση σ’ όλους τους πολίτες ελευθεριών που υπήρχαν στους δήμους του δωδέκατου αιώνα. Η κατάργηση της θανατικής ποινής, η δίκη από ενόρκους για όλα τα «εγκλήματα» (υπήρχε ένα πιο φιλελεύθερο ορκωτό σύστημα στον δωδέκατο αιώνα), η εκλογή των δικαστών, το δικαίωμα να φέρει κανείς δημόσιους αξιωματούχους σε δίκη, η κατάργηση των μόνιμων στρατών, η δωρεάν εκπαίδευση κλπ., κάθε τι που τονίζεται σαν εφεύρεση του σύγχρονου φιλελευθερισμού, δεν είναι παρά επιστροφή στην ελευθερία, η οποία υπήρχε πριν η εκκλησία κι ο βασιλιάς βάλουν χέρι σε κάθε εκδήλωση της ανθρώπινης ζωής.

Έτσι η προστασία της εκμετάλλευσης, άμεσα με νόμους πάνω στην ιδιοκτησία, κι έμμεσα με την διατήρηση του Κράτους, είναι και το πνεύμα και η ουσία των σύγχρονων κωδίκων μας, κι η μοναδική λειτουργία της πολυδάπανης νομοθετικής μηχανής μας. Αλλ’ είναι καιρός που έχουμε πάψει να ικανοποιούμαστε με απλές φράσεις και μάθαμε να εκτιμούμε την πραγματική τους σημασία. Ο νόμος, ο οποίος στην πρώτη εμφάνισή του παρουσιαζόταν σαν σύνοψη των εθίμων που ‘ναι χρήσιμα για την διατήρηση της κοινωνίας, γίνεται τώρα αντιληπτός σαν τίποτ’ άλλο από ένα όργανο για την διατήρηση της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας πάνω στις μοχθούσες μάζες από πλούσια παράσιτα. Σήμερα η πολιτιστική αποστολή του είναι τελείως ανύπαρκτη· δεν έχει παρά ένα στόχο: να υποστηρίζει την εκμετάλλευση.

Αυτά μάς λέει η ιστορία ως προς την εξέλιξη του νόμου. Πάνω στη βάση αυτής της ιστορίας καλούμαστε να τον σεβαστούμε; Σίγουρα όχι. Δεν έχει περισσότερο δικαίωμα στο σεβασμό απ’ ότι το κεφάλαιο, ο καρπός της καταλήστευσης. Και το πρώτο καθήκον της επανάστασης θα ‘ναι να βάλει φωτιά σ’ όλους τους υπάρχοντες νόμους και σ’ όλους τους τίτλους ιδιοκτησίας.

Τα εκατομμύρια των νόμων, τα οποία υπάρχουν για την ρύθμιση της ανθρωπότητας, εμφανίζονται ύστερα από έρευνα να διαιρούνται σε τρεις βασικές κατηγορίες: προστασία της ιδιοκτησίας, προστασία των προσώπων, προστασία της κυβέρνησης. Κι αναλύοντας κάθε μια απ’ αυτές τις τρεις κατηγορίες φτάνουμε στο ίδιο λογικό κι αναγκαίο συμπέρασμα: το άχρηστο και το επιβλαβές του νόμου.

Οι σοσιαλιστές ξέρουν τί σημαίνει προστασία της ιδιοκτησίας. Οι νόμοι πάνω στην ιδιοκτησία δεν γίνονται για να εγγυηθούν είτε στο άτομο είτε στην κοινωνία την απόλαυση του προϊόντος της εργασίας τους. Απεναντίας, γίνονται για να ληστέψουν από τον παραγωγό ένα μέρος απ’ αυτό που ‘χει δημιουργήσει, και να εξασφαλίσουν σ’ ορισμένους άλλους ανθρώπους εκείνο το τμήμα του προϊόντος, το οποίο έχουν κλέψει είτε από τον παραγωγό είτε από την κοινωνία σαν όλο. Όταν, για παράδειγμα, ο νόμος καθιερώνει το δικαίωμα του Κου τάδε σ’ ένα σπίτι, δεν καθιερώνει το δικαίωμά του σε μια καλύβα που ‘χει κτίσει για τον εαυτό του, ή σ ένα σπίτι που ‘χει οικοδομήσει με την βοήθεια κάποιων φίλων του. Σ’ αυτή την περίπτωση κανείς δεν θ’ αμφισβητούσε το δικαίωμά του. Απεναντίας, ο νόμος καθιερώνει το δικαίωμά του σ’ ένα σπίτι, το οποίο δεν είναι προϊόν της εργασίας του· πρώτ’ απ’ όλα γιατί έχει βάλει άλλους να το κτίσουν για λογαριασμό του χωρίς να τους έχει πληρώσει την πλήρη αξία της εργασίας τους, και κατόπιν γιατί αυτό το σπίτι αντιπροσωπεύει μια κοινωνική αξία, την οποία δεν θα μπορούσε να παραγάγει για τον εαυτό του. Ο νόμος καθιερώνει το δικαίωμά του σ’ ό,τι ανήκει στον καθένα γενικά και σε κανένα συγκεκριμένα. Το ίδιο σπίτι, κτισμένο στο μέσον της Σιβηρίας, δεν θα ‘χε την αξία που κατέχει σε μια μεγάλη πόλη, και, όπως ξέρουμε, αυτή η αξία προέρχεται από τον μόχθο κάπου πενήντα γενεών ανθρώπων που ‘χουν κτίσει την πόλη, την ομόρφυναν, την προμήθευσαν με νερό και φωταέριο, μ’ ωραίους δρόμους, κολλέγια, θέατρα, καταστήματα, σιδηροδρόμους και λεωφόρους που οδηγούν σε κάθε κατεύθυνση. Έτσι, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα του Κου τάδε σ’ ένα συγκεκριμένο σπίτι στο Παρίσι, στο Λονδίνο ή στη Ρουέν, ο νόμος αποδίδει άδικα σ’ αυτόν ένα ορισμένο τμήμα της εργασίας της ανθρωπότητας εν γένει. Κι επειδή ακριβώς αυτή η ιδιοποίηση κι όλες οι άλλες μορφές ιδιοκτησίας που φέρουν τον ίδιο χαρακτήρα είναι μια κραυγαλέα αδικία, χρειάζεται ένα ολόκληρο οπλοστάσιο νόμων κι ένας ολόκληρος στρατός στρατιωτών, αστυνομικών και δικαστών για να την διατηρήσει ενάντια στο αίσθημα της λογικής και της δικαιοσύνης, που ‘ναι έμφυτα στην ανθρωπότητα.

Οι μισοί από τους νόμους μας – ο αστικός κώδικας σε κάθε χώρα – δεν εξυπηρετεί άλλο σκοπό από το να διατηρήσει αυτή την ιδιοποίηση, αυτό το μονοπώλιο, προς όφελος ορισμένων ατόμων κι ενάντια σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τα τρία τέταρτα των υποθέσεων που εκδικάζονται από τα δικαστήρια δεν είναι παρά φιλονικίες μεταξύ μονοπωλιστών – δύο ληστές που τσακώνονται για την λεία τους. Και πάρα πολλοί από τους ποινικούς μας νόμους έχουν κατά νου τον ίδιο στόχο, κι ο σκοπός τους είναι να κρατήσουν τον εργάτη σε μια υποτακτική θέση απέναντι στον εργοδότη του, κι έτσι να παράσχουν ασφάλεια για την εκμετάλλευση.

Ως προς την εγγύηση του προϊόντος της εργασίας του στον παραγωγό, δεν υπάρχουν νόμοι που έστω να επιχειρούν τέτοιο πράγμα. Είναι τόσο απλό και φυσικό, τόσο πολύ μέρος των τρόπων και των εθίμων της ανθρωπότητας, ώστε ο νόμος δεν το ‘χει σκεφτεί καν. Η ανοικτή ληστεία, με το ξίφος στο χέρι, δεν είναι γνώρισμα της εποχής μας. Ούτε ένας εργαζόμενος πάει ποτέ και φιλονικεί για το προϊόν της εργασίας του μ’ έναν άλλο. Αν έχουν μια διαφορά την διευθετούν προσεπικαλούμενοι ένα τρίτο πρόσωπο, χωρίς να καταφεύγουν στο νόμο. Το μόνο πρόσωπο που απαιτεί από έναν άλλο αυτό που ‘χει παράγει, είναι ο ιδιοκτήτης, που έρχεται και παίρνει την μερίδα του λέοντος. Όσο για την ανθρωπότητα εν γένει, παντού σέβεται το δικαίωμα καθένα σ’ ό,τι έχει δημιουργήσει, χωρίς την παρεμβολή κανενός ειδικού νόμου.

Καθώς όλοι οι νόμοι γύρω από την ιδιοκτησία, οι οποίοι απαρτίζουν παχείς τόμους κωδίκων κι είναι το καύχημα των νομικών μας, δεν έχουν άλλο στόχο από το να προστατεύσουν την άδικη ιδιοποίηση ανθρώπινης εργασίας από ορισμένους μονοπωλιστές, δεν υπάρχει κανένας λόγος για την ύπαρξή τους, και, την ημέρα της επανάστασης, οι κοινωνικοί επαναστάτες είναι ολοκληρωτικά αποφασισμένοι να βάλουν σ’ αυτούς ένα τέρμα. Πράγματι, είναι τελείως δικαιολογημένο να παραδοθούν στην πυρά όλοι οι νόμοι που αναφέρονται στα λεγόμενα «δικαιώματα ιδιοκτησίας», όλες οι δικαιοπραξίες, όλα τα κατάστιχα, με μια λέξη, όλα όσα συνδέονται μ’ οποιοδήποτε τρόπο μ ένα θεσμό, τον οποίο σύντομα θα βλέπουν σαν στίγμα στην ιστορία της ανθρωπότητας, τόσο ταπεινωτικό όσο κι η δουλεία ή η δουλοπαροικία των περασμένων αιώνων.

Οι παρατηρήσεις που μόλις έγιναν πάνω στους νόμους που αφορούν την ιδιοκτησία είναι εξ ίσου εφαρμόσιμες στη δεύτερη κατηγορία νόμων: σ’ εκείνους που αποσκοπούν στη διατήρηση της κυβέρνησης, δηλαδή στο συνταγματικό δίκαιο.

Τούτο πάλι είναι ένα τέλειο οπλοστάσιο νόμων, διαταγμάτων, πράξεων, διαταγών εν συμβουλίω[5] και χίλιων-δυο άλλων, που όλα χρησιμεύουν να προστατεύσουν τις διάφορες μορφές αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης, ανατεθειμένες ή υφαρπασμένες, κάτω από τις οποίες σφαδάζει η ανθρωπότητα. Ξέρουμε πολύ καλά – οι αναρχικοί το έχουν πολύ συχνά τονίσει στην διηνεκή κριτική τους των διάφορων μορφών κυβέρνησης, ότι η αποστολή όλων των κυβερνήσεων, μοναρχικών συνταγματικών ή δημοκρατικών, είναι να προστατεύσουν και να διατηρήσουν με τη βία τα συμφέροντα των κατεχουσών τάξεων, της αριστοκρατίας, του κλήρου και των εμπόρων. Ένα τρίτο των νόμων μας – και κάθε χώρα έχει μερικές δεκάδες χιλιάδες από δαύτους – οι θεμελιώδεις νόμοι πάνω στους φόρους, τους εσωτερικούς δασμούς, την οργάνωση των υπουργικών τμημάτων και των γραφείων τους, του στρατού, της αστυνομίας, της εκκλησίας κλπ., δεν έχουν άλλο σκοπό εκτός από το να διατηρούν και ν’ αναπτύσσουν την διοικητική μηχανή. Κι αυτή η μηχανή χρησιμεύει σχεδόν ολοκληρωτικά να προστατεύει τα συμφέροντα των κατεχουσών τάξεων. Αναλύστε όλους αυτούς τους νόμους, παρατηρείστε τους στην πράξη μέρα με τη μέρα και θα ανακαλύψετε ότι κανένας τους δεν αξίζει να διατηρηθεί.

Γύρω από τέτοιους νόμους δεν μπορούν να υπάρχουν δύο γνώμες. Όχι μόνο οι αναρχικοί, αλλ’ επίσης λίγο – πολύ οι επαναστάτες ριζοσπάστες συμφωνούν ότι η μόνη χρήση των νόμων που αφορούν την οργάνωση της κυβέρνησης είναι να τους ρίξουμε στη φωτιά.

Η τρίτη κατηγορία νόμων παραμένει να εξετασθεί· εκείνη που σχετίζεται με την προστασία του προσώπου και την εξιχνίαση και παρεμπόδιση του «εγκλήματος». Αυτή είναι η πιο σπουδαία γιατί συνδέονται μαζί της πολλές προκαταλήψεις· γιατί, αν το δίκαιο βρίσκει ένα ορισμένο ποσό σεβασμού, αιτία είναι η πεποίθηση ότι αυτό το είδος δικαίου είναι απόλυτα αναντικατάστατο για την διατήρηση της ασφάλειας στις κοινωνίες μας. Αυτοί είναι νόμοι που αναπτύχθηκαν από τον πυρήνα των εθίμων που ‘ναι χρήσιμα στις ανθρώπινες κοινότητες και τα οποία έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους κυβερνώντες για να καθαγιάσουν τη δική τους κυριαρχία. Η εξουσία των αρχηγών των φυλών, των πλούσιων οικογενειών στις πόλεις και του βασιλιά, εξαρτιόταν από τις δικαστικές τους λειτουργίες, κι ακόμη ως τις μέρες μας, όποτε γίνεται λόγος για την αναγκαιότητα της κυβέρνησης, εκείνο που υπονοείται είναι η λειτουργία της σαν ύπατου δικαστή. «Χωρίς κυβέρνηση, οι άνθρωποι θα κομμάτιαζαν ο ένας τον άλλο», υποστηρίζει ο ρήτορας του χωριού. «Ο απώτατος σκοπός κάθε κυβέρνησης είναι να εξασφαλίζει δώδεκα έντιμους ενόρκους σε κάθε κατηγορούμενο πρόσωπο», είπε ο Burke.

Λοιπόν, παρ’ όλες τις προκαταλήψεις που υπάρχουν στο παρόν θέμα, είναι καιρός οι αναρχικοί να κηρύξουν θαρραλέα αυτή την κατηγορία νόμων άχρηστη κι επιβλαβή όπως και την προηγούμενη.

Πρώτ’ απ’ όλα, ως προς τα λεγόμενα «εγκλήματα»  – προσβολές κατά προσώπων – είναι καλά γνωστό ότι τα δύο τρίτα, και συχνά τα τρία τέταρτα, τέτοιων «εγκλημάτων» υποκινούνται από την επιθυμία να αποκτήσει κανείς την κατοχή του πλούτου κάποιου άλλου. Αυτή η τεράστια κατηγορία των λεγόμενων «εγκλημάτων και παραβάσεων» θα εξαφανιστεί την ημέρα που η ιδιωτική ιδιοκτησία θα πάψει να υπάρχει. «Αλλά», θα λεχθεί, «θα υπάρχουν πάντα κτήνη, τα οποία θα βλάψουν τις ζωές των συμπολιτών τους, τα οποία θα βάλουν τα χέρια τους στο μαχαίρι σε κάθε φιλονικία και θα εκδικηθούν τη μηδαμινότερη προσβολή με φόνο, αν δεν υπάρχουν νόμοι να τους  συγκρατήσουν και ποινές να τους αποτρέψουν». Αυτή η επωδός επαναλαμβάνεται κάθε φορά που το δικαίωμα της κοινωνίας να τιμωρεί αμφισβητείται.

Ωστόσο υπάρχει ένα γεγονός σχετικά μ’ αυτό το θέμα, το οποίο σήμερα είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Η δριμύτητα της ποινής δεν ελαττώνει την ποσότητα των εγκλημάτων. Κρεμάστε, κι αν σάς αρέσει κομματιάστε τους δολοφόνους, κι ο αριθμός των φόνων δεν θα μειωθεί ούτε κατά ένα. Από την άλλη μεριά, καταργείστε την ποινή του θανάτου και δεν θα υπάρξει ούτε ένας φόνος παραπάνω· θα υπάρξουν λιγότεροι. Οι στατιστικές το αποδείχνουν. Αλλ’ αν η σοδειά είναι καλή, το ψωμί φτηνό κι ο καιρός αίθριος, ο αριθμός των φόνων αμέσως μειώνεται. Αυτό πάλι αποδείχνεται από την στατιστική. Η ποσότητα των εγκλημάτων αυξάνει και ελαττώνεται πάντοτε κατ’ αναλογία με την τιμή των αγαθών και την κατάσταση του καιρού. Όχι ότι όλοι οι φονιάδες παρακινούνται από την πείνα. Τούτο δεν συμβαίνει. Αλλ’ όταν η σοδειά είναι καλή και τα αγαθά βρίσκονται σε προσιτή τιμή, κι όταν ο ήλιος λάμπει, οι άνθρωποι, πιο ανάλαφροι στη διάθεση και λιγότερο μίζεροι από συνήθως, δεν δίνουν διέξοδο σε σκοτεινά πάθη και δεν καρφώνουν το μαχαίρι στο στήθος του συνανθρώπου τους για ασήμαντες αφορμές.

Επί πλέον, είναι επίσης ένα πολύ γνωστό γεγονός ότι ο φόβος της τιμωρίας δεν έχει ποτέ σταματήσει έστω κι ένα δολοφόνο. Αυτός που σκοτώνει τον γείτονά του από εκδίκηση ή αθλιότητα δεν σκέφτεται πολύ για τις συνέπειες· κι υπήρξαν ελάχιστοι δολοφόνοι που δεν ήταν ακλόνητα πεπεισμένοι ότι θα διέφευγαν την δίωξη.

Χωρίς να μιλήσουμε για μια κοινωνία στην οποία ο άνθρωπος θα λαβαίνει καλύτερη εκπαίδευση, στην οποία η ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων του κι η δυνατότητα να τις εξασκήσει, θα του προσφέρει τόσες απολαύσεις, ώστε δεν θα ζητά να τις δηλητηριάσει με τύψεις – ακόμη και στην κοινωνία μας, ακόμη και μ’ εκείνα τα ζοφερά προϊόντα της αθλιότητας που βλέπουμε στα καπηλειά των μεγάλων πόλεων – την ημέρα που δεν θα επιβάλλεται καμιά ποινή στους δολοφόνους, ο αριθμός των φόνων δεν θ’ αυξηθεί ούτε κατά μια περίπτωση. Κι είναι άκρως πιθανό ότι, απεναντίας, θα μειωθεί κατά όλες εκείνες τις περιπτώσεις που οφείλονται σήμερα σε εγκληματίες καθ’ έξιν, οι οποίοι έχουν αποκτηνωθεί στις φυλακές.

Μάς μιλάνε συνεχώς για τα ευεργετήματα που συνεπιφέρει ο νόμος και τα ευεργετικά αποτελέσματα των ποινών, αλλά έχουν ποτέ οι ρήτορες επιχειρήσει να ζυγίσουν τα ευεργετήματα που αποδίδονται στους νόμους και τις ποινές και την εξαχρειωτική επίδραση αυτών των ποινών πάνω στην ανθρωπότητα; Υπολογίστε μόνο τα κακά πάθη που ξύπνησαν στην ανθρωπότητα από τις θηριώδεις ποινές που επιβάλλονταν άλλοτε στους δρόμους! Ο άνθρωπος είναι το σκληρότερο ζώο πάνω στη γη. Αλλά ποιός υποβοήθησε κι ανέπτυξε τα σκληρά ένστικτα που ‘ναι άγνωστα ακόμη κι ανάμεσα στους πιθήκους, αν δεν είναι ο βασιλιάς, ο δικαστής κι οι παπάδες, οπλισμένοι με το νόμο, που ‘καναν την σάρκα κομμάτια, που ‘βραζαν πίσσα για να την χύσουν στις πληγές, που αποσπούσαν μέλη, που συνέτριβαν κόκκαλα, που πριόνιζαν ανθρώπους για να διατηρήσουν την εξουσία τους; Υπολογίστε μονάχα τον χείμαρρο εξαχρείωσης που ξεχύνεται στην ανθρώπινη κοινωνία με το «κάρφωμα», που ενθαρρύνεται από τους δικαστές, που πληρώνεται αδρά από τις κυβερνήσεις, υπό το πρόσχημα ότι βοηθά στην ανακάλυψη του «εγκλήματος». Πηγαίνετε στις φυλακές και μελετείστε τί γίνεται ο άνθρωπος όταν στερείται την ελευθερία του και κλείνεται μ’ άλλα εξαθλιωμένα όντα, βουτηγμένος στην εξαχρείωση και την διαφθορά που αναδύεται κι από τους ίδιους τους τοίχους των υπαρχουσών φυλακών μας. Θυμηθείτε μονάχα ότι όσο περισσότερο αναμορφώνονται οι φυλακές, τόσο πιο αποκρουστικές γίνονται. Τα υποδειγματικά μας σύγχρονα αναμορφωτήρια είναι εκατό φορές πιο φρικτά από τα μπουντρούμια του μεσαίωνα. Τελικά, σκεφτείτε τί διαφθορά, τι εξαχρείωση μυαλού συντηρείται ανάμεσα στους ανθρώπους από την ιδέα της υπακοής, αυτή τούτη την ουσία του νόμου· της τιμωρίας· της εξουσίας που ‘χει το δικαίωμα να τιμωρεί, να κρίνει ανεξάρτητα από την συνείδησή μας και την εκτίμηση των φίλων μας· της αναγκαιότητας για δήμιους, δεσμοφύλακες και πληροφοριοδότες – κοντολογίς, απ’ όλες τις ιδιότητες του νόμου και της εξουσίας. Σκεφτείτε τα όλ’ αυτά και σίγουρα θα συμφωνήσετε μαζί μας, ότι ο νόμος που επιβάλλει ποινές είναι μια βδελυγμία που θα ‘πρεπε να πάψει να υπάρχει.

Λαοί χωρίς πολιτική οργάνωση, κι επομένως λιγότερο εξαχρειωμένοι από εμάς, έχουν καταλάβει τέλεια ότι ο άνθρωπος που αποκαλείται «εγκληματίας» είναι απλώς άτυχος· ότι το φάρμακο δεν είναι να τον μαστιγώσουμε, να τον αλυσοδέσουμε, ή να τον σκοτώσουμε στην αγχόνη ή την φυλακή, αλλά να τον βοηθήσουμε με την πιο αδελφική φροντίδα, με μεταχείριση βασισμένη στην ισότητα, με τα ήθη της ζωής ανάμεσα σ’ έντιμους ανθρώπους. Ελπίζουμε στην επόμενη επανάσταση τούτη η κραυγή θ’ ακουστεί: «Κάψτε τα ικριώματα· γκρεμίστε τις φυλακές· καταργείστε τους δικαστές, τους αστυνόμους και τους πληροφοριοδότες – την πιο βρώμικη ράτσα επί του προσώπου της γης· μεταχειριστείτε σαν αδερφό τον άνθρωπο που ‘χει οδηγηθεί από το πάθος να κάνει κακό στους συνανθρώπους σας· πάνω απ’ όλα, αφαιρέστε από τα χαμερπή προϊόντα της οκνηρίας της μεσαίας τάξης την δυνατότητα να επιδείχνουν τα βίτσια τους με φανταχτερά χρώματα· και να ‘στε βέβαιοι ότι ελάχιστα εγκλήματα θ’ αμαυρώσουν την κοινωνία μας».

Τα κύρια στηρίγματα του εγκλήματος είναι ο παρασιτισμός σε βάρος των άλλων, ο νόμος κι η εξουσία· νόμοι για την ιδιοκτησία, νόμοι για την κυβέρνηση, νόμοι για ποινές και παραβάσεις· και εξουσία, που παίρνει το δικαίωμα να κατασκευάζει αυτούς τους νόμους και να τους εφαρμόζει.

Όχι πια νόμους! Όχι πια δικαστές! Η ελευθερία, η ισότητα και η έμπρακτη ανθρώπινη αλληλεγγύη είναι τα μόνα αποτελεσματικά εμπόδια που μπορούμε ν’ αντιπαραθέσουμε στα αντικοινωνικά ένστικτα μερικών από μάς.

1.Σημ. του Μετ. – Σ’ αυτό το σημείο ο Κροπότκιν προδιαισθάνεται κάτι που θα αποτελέσει βασική σύλληψη του αντιεξουσιαστικού κινήματος στην εποχή μας, δηλ. την σύλληψη της εξουσίας σαν «μεσολάβησης».

2.Σημ. του Μετ. – Υπενθυμίζουμε ότι το δοκίμιο αυτό δημοσιεύτηκε το 1886.

3.Σημ. του Μετ. – Πρέπει να υποθέσει κανείς ότι εδώ ο Κροπότκιν εκφράζει μια υπόθεση μάλλον παρά ένα αναμφισβήτητο ανθρωπολογικό γεγονός. Βλέπε σχετικά το «Σύμπαν της Ιεραρχίας», 1976, κεφ.1, καθώς και το υπό έκδοση «Συμβολές στην κριτική θεωρία», δοκίμιο Ι.

4. Σημ. του Μετ. – «Νόμιμη εργασία» σ’ αντίθεση με την «συμβατική εργασία» είναι η εργασία που οφείλεται απ’ ευθείας βάσει του νόμου κι όχι βάσει της ιδιωτικής βούλησης.

5. Σημ. του Μετ. – «Orders incouncil»· πρόκειται για διαταγές που εκδίδονται κατόπιν της γνώμης μυστικού συμβουλίου.

Σημείωση: Το βιβλίο του Πιοτρ Κροπότκιν «Νόμος και Εξουσία» εκδόθηκε από τη «Διεθνή Βιβλιοθήκη» το Φεβρουάριο του 1977 και εκτός από το ομώνυμο δοκίμιο, το οποίο μεταφράστηκε από τον Γιώργο Νταλιάνη, περιέχει και άλλα 6 δοκίμια του Κροπότκιν. Η μετατροπή της πρωτότυπης μετάφρασης στο μονοτονικό σύστημα καθώς και η προσαρμογή της γλώσσας και της ορθογραφίας στα σημερινά πρότυπα έγινα από εμάς, χωρίς αλλαγές στη σύνταξη και χωρίς να υπεισέλθουμε σε έλεγχο της νοηματικής απόδοσης.

πηγή: http://kollectnews.org/2016/01/07/piotr-kropotkin-eksounia-nomos/