Κυριακή 25 Μαΐου 2014

Από την πολιτική στη ζωή: απαλλάσσοντας την Aναρχία από την αριστερή μυλόπετρα - Wolfi Landstreicher






Το συγκεκριμένο κείμενο ασκεί κριτική στην αριστερό τρόπο σκέψης και στις πρακτικές που χρησιμοποιεί και παρέχει επιιχειρήματα που διαχωρίζουν την Αναρχία από την Αριστερά.


Από τον πρώτο καιρό που ο αναρχισμός ορίστηκε ως ένα ξέχωρο ριζοσπαστικό κίνημα μέχρι και σήμερα, έχει συνδεθεί με την αριστερά, αλλά η σύνδεση ήταν πάντα άβολη. Οι αριστεροί που ήταν σε θέση εξουσίας (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αυτοαποκαλούνταν αναρχικοί, όπως οι ηγέτες της CNT και του FAI στην Ισπανία στο 1936-37) εκλάμβαναν τον αναρχικό στόχο της ολοκληρωτικής μετατροπής της ζωής και την απορρέουσα αρχή, πως οι στόχοι θα πρέπει ήδη να υπάρχουν στα μέσα του αγώνα, ως ένα εμπόδιο στα πολιτικά τους προγράμματα. Η πραγματική εξέγερση ξεσπάει πάντα πέρα από κάθε πολιτικό πρόγραμμα, και οι πιο συνεπείς αναρχικοί είδαν την πραγματοποίηση των ονείρων τους ακριβώς σ’ αυτό το άγνωστο, μακρινό μέρος. Κι όμως, κατά καιρούς, όταν οι φλόγες της εξέγερσης κόπαζαν (ή ακόμη και σε περιπτώσεις όπως αυτή της Ισπανίας το 1936-37, όπου έκαιγαν ακόμα ζωηρά), ηγετικοί αναρχικοί έβρισκαν ξανά τη θέση τους ως «συνείδηση της αριστεράς». Όμως, αν η ευρύτητα των αναρχικών ονείρων και οι αρχές που αυτή εφαρμόζει έχουν αποτελέσει εμπόδιο στα πολιτικά σχέδια της αριστεράς, αυτά τα σχέδια έχουν γίνει μια πολύ μεγαλύτερη μυλόπετρα γύρω από το λαιμό του αναρχικού κινήματος, παρασύροντας το προς τα κάτω με το «ρεαλισμό» που δεν μπορεί να ονειρεύεται.

Για την αριστερά, ο κοινωνικός αγώνας ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση είναι ουσιαστικά ένα πολιτικό πρόγραμμα προς υλοποίηση, με κάθε αρμόδιο μέσο. Μια τέτοια αντίληψη προφανώς χρειάζεται μια πολιτική μεθοδολογία αγώνα και μια τέτοια μεθοδολογία είναι αναγκασμένη να αντικρούσει μερικές βασικές αναρχικές ιδέες. Πρώτα απ’ όλα, η πολιτική σαν μια διακριτή κατηγορία κοινωνικής ύπαρξης είναι ο διαχωρισμός των αποφάσεων που καθορίζουν της ζωές μας από την εκτέλεση αυτών των αποφάσεων. Αυτός ο διαχωρισμός εδρεύει σε θεσμούς που λαμβάνουν και επιβάλλουν εκείνες τις αποφάσεις. Έχει μικρή σημασία πόσο δημοκρατικοί ή συναινετικοί είναι αυτοί οι θεσμοί: ο διαχωρισμός και η θεσμοποίηση που είναι σύμφυτα με την πολιτική, πάντα αποτελούνε μια επιβολή απλά και μόνο επειδή απαιτούν οι αποφάσεις να παίρνονται πριν την εμφάνιση των περιστάσεων στις οποίες εφαρμόζονται. Αυτό καθιστά απαραίτητο να παίρνουν τη μορφή γενικευμένων κανόνων που πρέπει πάντα να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένου τύπου καταστάσεις, μη λαμβάνοντας υπόψην τις ειδικές περιστάσεις. Εδώ συναντώνται οι σπόροι της ιδεολογικής σκέψης -κατά την οποία οι ιδέες ορίζουν τις δραστηριότητες των ατόμων αντί να εξυπηρετούν τα άτομα ώστε να αναπτύξουν τα δικά τους σχέδιά-, αλλά θα αναφερθώ σ’ αυτό αργότερα. Ανάλογης σημασίας από μια αναρχική προοπτική είναι το γεγονός πως η εξουσία έγκειται σ’ αυτούς τους θεσμούς που αποφασίζουν και επιβάλλουν. Και η αριστερίστικη αντίληψη του κοινωνικού αγώνα είναι ακριβώς αυτή του να επηρεάσουν, να πάρουν τον έλεγχο ή να δημιουργήσουν εναλλακτικές εκδοχές αυτών των θεσμών. Με άλλα λόγια, είναι ένας αγώνας για να τροποποιήσει, όχι για να καταστρέψει θεσμοθετημένες εξουσιαστικές σχέσεις.

Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

"Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου (η έννοια του χρέους στους Deleuze-Guattari)" του Maurizio Lazzarato





























Κεφάλαιο 2ο
Deleuze-Guattari: Μικρή ιστορία του χρέους (σελ 94-104)

 

[...] Ουσιαστικά το χρέος επανέρχεται στο γύρισμα της δεκαετίας του '70 στη δουλειά των Ντελέζ-Γκουταρί ως κλειδί ανάλυσης του σύγχρονου καπιταλισμού. Συνδυάζοντας τη θεωρία του Νίτσε για την πίστωση στις αρχαικές κοινωνίες και τη θεωρία του Μαρξ για το χρήμα στον καπιταλισμό, σκιαγραφούν μια μικρή ιστορία του χρέους που μας καλεί σε μια μη οικονομίστικη ανάγνωση της οικονομίας, στα θεμέλια της οποίας δεν βρίσκεται η ανταλλαγή, αλλά μια ασύμμετρη σχέση εξουσίας μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Μια μη οικονομίστικη ανάγνωση της οικονομίας σημαίνει, απ'τη μια, ότι η οικονομική παραγωγή είναι αδιαχώριστη από την παραγωγή και τον έλεγχο της υποκειμενικότητας και των μορφών ύπαρξής της, ότι το χρήμα, πριν επιτελέσει τις οικονομικές του λειτουργίες ως μέτρο, μέσο ανταλλαγής, πληρωμής και αποθησαύρισης, είναι έκφραση μιας εξουσίας που επιτάσσει και κατανέμει θέσεις και καθήκοντα στους κυβερνώμενους.

Στα μαθήματα που έκανε το 1971,το 1972,και το 1973 στο Πανεπιστήμιο της Βενσέν,ο Ντελέζ επανέρχεται στις σκέψεις που είχε αναπτύξει με τον Γκουαταρί στον Αντι-Οιδίποδα σχετικά με την θεωρία του Μαρξ για το χρήμα. Ξαναδιαβάζοντας τη με αφετηρία την ασυμμετρία της πιστωτικής σχέσης, δηλαδή της οικονομίας του χρέους, οι δύο συγγραφείς θέτουν τις βάσεις μιας κατανόησης του χρήματος όπου οι οικονομικές και οι πολιτικές λειτουργίες δεν διακρίνονται μεταξύ τους [...].

Ο Αντι-Οιδίποδας και τα μαθήματα αυτά, που γράφτηκαν και σχεδιάστηκαν πολύ πριν εδραιωθούν οι νεο-φιλελεύθερες πολιτικές, μας βοηθούν να κατανοήσουμε γιατί το χρέος και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, όχι μόνο δεν είναι παθολογίες του καπιταλισμού, όχι μόνο δεν εκφράζουν την απληστία και την πλεονεξία κάποιων ανθρώπων, αλλά συνιστούν ''στρατηγικούς μηχανισμούς'' που προσανατολίζουν τις επενδύσεις και καθορίζουν έτσι τους τρόπους ''καταστροφής'' της παλιάς και ''δημιουργίας'' μιας νέας παγκόσμιας καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Τα χρηματοπιστωτικά και τραπεζικά συστήματα βρίσκονται στον πυρήνα μιας καταστροφικής/δημιουργικής πολιτικής όπου το οικονομικό και το πολιτικό αλληλεπικαλύπτονται[...].