Εμείς οι Λίγοι
Είμαστε εμείς οι ονειροπαρμένοι τρελοί της γης
με τη φλογισμένη καρδιά και τα έξαλλα μάτια.
Είμαστε οι αλύτρωτοι στοχαστές και οι τραγικοί ερωτευμένοι.
Χίλιοι ήλιοι κυλούνε μες το αίμα μας
κι ολούθε μας κυνηγά το δράμα του άπειρου.
Η φόρμα δεν μπορεί να μας δαμάσει.
Εμείς ερωτευτήκαμε την ουσία του είναι μας
και σ΄ όλους μας τους έρωτες αυτήν αγαπούμε
Είμαστε οι μεγάλοι ενθουσιασμένοι και οι μεγάλοι αρνητές.
Κλείνουμε μέσα μας τον κόσμο όλο και δεν είμαστε τίποτα απ’ αυτόν
τον κόσμο.
Οι μέρες μας είναι μια πυρκαγιά και οι νύχτες μας ένα πέλαγο.
Γύρω μας αντηχεί το γέλιο των ανθρώπων.
Είμαστε οι προάγγελοι του χάους.
(1950)
Όπως αναφέρει ο συγγραφέας και φίλος του Λεωνίδας Χρηστάκης στο βιβλίο του «η ιστορία της αλητείας» (εκδόσεις Στύγα), ο Γιώργος Μακρής «…γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923 από καταπιεστικούς γονείς, μοναχογιός. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός με εξουσιαστικές ροπές, δίκαζε ακόμη και στο σπίτι του. Μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα που συνέβη όταν ήταν έξι χρονών, ο Γιώργος Μακρής παραμένει χωλός σε όλη του τη ζωή και βαδίζει με δυσκολία… γράφτηκε στην Νομική Αθηνών αλλά δεν φοίτησε ποτέ… μαθαίνει Γαλλικά και Αγγλικά και διαβάζει μετά μανίας όλους τους συγγραφείς της εποχής εκείνης (Σαρτρ κ.λπ.) στην γλώσσα τους. Ζει σχεδόν μόνος από το 1948. Δεν ενδιαφέρεται για τίποτα και περιφέρει το σαρκίο του από καφενείο σε καφενείο και από στέκι σε στέκι, ξοδεύοντας άσκοπα τα χρήματα της μητέρας του και μετά μένοντας απένταρος για εβδομάδες… Ήταν λιγομίλητος και με πολύ χιούμορ. Πάντα με ένα βιβλίο ή ξένο περιοδικό στο χέρι, αραγμένος στις καρέκλες των ζαχαροπλαστείων ή των καφενείων της πλατείας Κολωνακίου διάβαζε… υπήρξαν περιπτώσεις που την έστηνε σε μια καρέκλα καφενείου και δεν σηκωνόταν ούτε μετά από εικοσιτέσσερις ώρες. Το ίδιο γινόταν στο δωμάτιο που έμενε… Έγραφε κείμενα δικά του, μετέφραζε και αλληλογραφούσε με φίλους και γνωστούς. Τα γραπτά του ακουμπούσαν τις υπαρξιακές φιλοσοφίες της μεταπολεμικής εποχής. Τα ποιήματα του, γιατί κυρίως ποιήματα έγραφε, αντανακλούσαν τις περισσότερες φορές τις ψυχικές και συναισθηματικές καταστάσεις.Οι μεταφράσεις πλησίαζαν περισσότερο τις φιλοσοφικές του διαθέσεις. Οι ολοκληρωμένες ήσαν τρεις. Του Άλντους Χάξλεϋ, του Οκτάβιο Παζ και του Ζαν Μιρό….»
Περί θανάτου
Ω! η αρχή και το τέλος του ανθρώπινου σπόρου καταργώντας μέσα μου την έννοια της φυλής και του καιρού (αν εξαιρέσεις τα των ενδυμασιών). Έτσι πεθαίνοντας εγώ με διάφορους τρόπους όταν εκάστοτε έρχεται το πλήρωμα του χρόνου στην Παλαιστίνη από βαθιά γεράματα όταν ήμουνα ανάμεσα στους πρόδρομους του νέου φωτός στο Βύρτσμπουργκ μεσήλικας αστός πεθαίνοντας από επιδημία γρίππης κρατώντας ένα αντίτυπο αγίας γραφής και το κερί μου και στην Κορέα κίτρινος καλλιεργητής ρυζιού από πανούκλα σε φρικτή αποσύνθεση κουβάλησα τον αέναο τούτο σπόρο μέσα μου όπως ένας καρπός που κλείνει στο κέντρο το κουκούτσι του. Μα πόσες ποικιλίες θανάτου έχω διαβεί! Πέθανα άπειρες φορές από ασιτία μορφάζοντας ξαπλωμένος στο λιθόστρωτο πέφτοντας από τ' άλογο στις εκστρατείες των βασιλιάδων. Στην εξιλαστική πυρά της Λισσαβώνας φορώντας ένα san-benito πένθιμο εβραίος τεσσαρακονταετής την ηλικία. Στo στήθος και στο μέτωπό μου έχουν ανθίσει πορφυρά λουλούδια του θανάτου όταν εγώ πεταλωτής, δάσκαλος ή και επιπλοποιός πολέμησα για να δοξάσω την πατρίδα μου. Έxω πεθάνει στο Παρίσι από σύφιλη και στο κανάλι της Αμβέρσας δολοφονημένος. Από δυστύχημα τυχαίο σ' όλες τις γωνιές της γης (ενώ περίεργοι κυττούν απ' τους εξώστες). Ω! xιλιάδες απρόσωποί μου θάνατοι θάνατοι του φορέα του ανθρώπινου σπόρου, που κουβαλώ ωσάν μικρόβιο μέσα μου Έντομο ασήμαντο εγώ, είδος ανωφελούς κώνωπος.
Φεβρουάριος 1943
ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΜΑΚΡΗ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΝΔΕΙΞΗ "ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ":